Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γεωργία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γεωργία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

7.7.06

Να καίγετ' η καρδιά μου

Η ζωή είναι αληθινή μόνο τότε, όταν εγώ είμαι.


Ο Georges Ivanovich Gurdjieff γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 1872 στην Αρμενία.
Μεγάλωσε στο Kars, ταξίδεψε στην Κεντρική Ασία, την Αίγυπτο και τη Ρώμη, δίδαξε στην Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη (1913), γύρισε ξανά στον Καύκασο, περπάτησε από την Τιφλίδα στο Βατούμ, και κατέληξε στην Πόλη.
Tαξίδεψε στην Ευρώπη (1921) διδάσκοντας στο Βερολίνο, στο Λονδίνο, και στο Παρίσι.
Το 1924 σώθηκε από (θαύμα) αυτοκινητιστικό ατύχημα, και
πέθανε στις 29.10.1949 στο Neuilly της Γαλλίας.

Η ταινία «συναντήσεις με αξιοσημείωτους ανθρώπους» (1979) του Peter Brooks I, περιγράφει μια περίοδο της ζωής του κατά την οποία μάχεται να βρει τον εαυτό του, και παρακολουθεί την πορεία του προς την φώτιση και την εσωτερική ανάπτυξη.
Αρχίζοντας με την παιδική του ηλικία, τον ακολουθεί μέσα στην Κεντρική Ασία, να ανακαλύπτει νέα επίπεδα πνευματικότητας μέσω της μουσικής, του χορού και στενών επαφών με το θάνατο.
Εξερευνά φιλοσοφία, θρησκείες, επιστήμη, πνευματικότητα και τελικά, βρίσκει το δρόμο του και κάνει ειρήνη με τον εαυτό του.

* * * * * * * * * * * * * * * * * * * *


Αυτοαποκαλούνταν «δάσκαλος χορού».
Η διδασκαλία που έφερε στη Δύση από τις εμπειρίες του και τα νεανικά του ταξίδια, περιέχει την αλήθεια που βρήκε στις αρχαίες θρησκείες και διδασκαλίες, για την απόκτηση συνειδητότητας στην καθημερινή ζωή και την θέση του ατόμου στο σύμπαν.

Ποιόν διδάσκω? Ανθρώπους που ακούνε τον εαυτό τους…

Ζούμε όλη τη ζωή μας κοιμώμενοι, μπορούμε όμως να πετύχουμε υψηλότερα επίπεδα συνειδητότητας. Αν έχουμε καθημερινά όλο και περισσότερη συναίσθηση του εαυτού μας, τότε θα αντικρύσουμε έναν άλλο, φρέσκο τρόπο ζωής.

Η ικανότητα του να είσαι παρών πιο συχνά (αντί να είσαι απών, όπως είμαστε συνήθως) δεν γίνεται αυτόματα, αλλά απαιτεί δουλειά πάνω στον εαυτό μας, αρχικά με τη βοήθεια ενός δασκάλου.

Αυτή η παρουσία του καθενός στον εαυτό του, είναι η αρχή μια διαδικασίας, που σκοπό έχει να οδηγήσει σε ολική μεταμόρφωση της ανθρώπινης φύσης, να γίνει ο καθένας ένα συνειδητοποιημένο κομμάτι του σύμπαντος.

Δίδαξε τρόπους για την ενεργοποίηση της προσοχής σε απλά πράγματα αρχικά, όπως το περπάτημα, η ομιλία, το κάθισμα κλπ, ώστε σταδιακά να έρθει η γενικότερη συνειδητότητα, (αντί να περνάμε τη ζωή χαμένοι μέσα στα όνειρα).

Για να δημιουργηθούν οι συνθήκες όπου η συνειδητότητα θα γίνει πιο έντονη, δίδαξε ιερούς χορούς και «κινήσεις», και άφησε πίσω του μια μουσική που διδάχτηκε από επισκέψεις σε μακρινά μοναστήρια, την οποία έγραψε στο πιάνο ένας από τους μαθητές του.

Χρησιμοποιούσε το «stop» για να διδάξει τους μαθητές του. Ξαφνικά και χωρίς ειδοποίηση, ένα προκαθορισμένο σήμα δινόταν, και όλοι έπρεπε να παγώσουν στη θέση και τη στάση που βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή. Έτσι ο καθένας μπορούσε να παρατηρήσει τις συνήθειές του, τις τάσεις του και τις σκέψεις του, ώστε να δυναμώσει η ικανότητα να αυτό-παρατηρεί και να θυμάται τον εαυτό του. Με ένα επόμενο σήμα, η κίνηση συνεχιζόταν.

Ήταν δάσκαλος (και) της Pamela Lyndon Travers (9.8.1899-23.4.1996), και μπορούμε να δούμε την επιρροή και τις ιδέες του σε πολλά από τα βιβλία της, ανάμεσα στα οποία και στον χαρακτήρα της Mary Poppins.

Και έλεγε επίσης ότι
τίποτα δεν δείχνει έναν άνθρωπο πιο καθαρά, όσο η συμπεριφορά του απέναντι στα χρήματα.
Ο άνθρωπος δεν θέλει να πληρώνει για τίποτα. Και πάνω απ όλα, δεν θέλει να πληρώνει ούτε γι αυτά που είναι τα πιο σημαντικά πράγματα στη ζωή του.



* * * * * * *

6.7.06

"Sayat Nova"


Ο Sergei Parajanov (ή Sargis Hovsepi Parajanyan , 9.1.1924-20.7.1990) γεννήθηκε στην Τιφλίδα της Γεωργίας σε οικογένεια Αρμενίων. Όλο του το έργο καθρεφτίζει τον ξεχωριστό πολιτισμό του Καυκάσου όπου μεγάλωσε.

Η πρώτη του δουλειά ήταν τo shadows of Forgotten Ancestors (1964), με το οποίο κέρδισε αμέσως διεθνή αναγνώριση για τα πλούσια κουστούμια και χρώματά του. Μα το μεγαλύτερο έργο του, το «Sayat Nova» ή «το χρώμα των Ροδιών» (1968), απαγορεύτηκε στην USSR γιατί θεωρήθηκε ότι προάγει την ομοφυλοφυλία και τον εθνικισμό. Ο σκηνοθέτης καταδικάστηκε για 5 χρόνια σε στρατόπεδο εργασίας, παρά τις αντιδράσεις διάσημων καλλιτεχνών, συγγραφέων και κινηματογραφιστών (όπως του Λουί Αραγκόν).
Για πολλά χρόνια μετά, του απαγορεύτηκε η δημιουργία ταινιών, πρόλαβε όμως να κάνει άλλες δύο μέχρι το θάνατό του από καρκίνο, στο Yerevan της Αρμενίας το 1990.



*******************

Έχει πάνω από δέκα χρόνια που έπεσα πάνω σ αυτή την ταινία.
Το πώς δεν το θυμάμαι πια. Ήταν ο καιρός που έγραφα στο βίντεο κι έβλεπα σιδερώνοντας.
Αυτή η ταινία ήταν κατάλληλη για σιδέρωμα.
Θα πω ψέματα αν πω ότι κατάλαβα κάτι περισσότερο απ αυτά που έβλεπα, εκτός από το ότι ήταν ένα καλλιτέχνημα.

Σκηνές σαν πίνακες ζωγραφισμένες, που στέκονταν μπροστά σου όση ώρα χρειάζονταν τα μάτια σου για να τις χορτάσουν. Χρώματα έντονα, υφάσματα βαριά και κεντημένα, τοίχοι γδαρμένοι, πουλιά. Ένα βυσσινί, σαν αίμα παλιό κι ένα κίτρινο ξεβαμμένο. Μια φωνή να αφηγείται που και που.
Και ο Ποιητής, με Π κεφαλαίο. Αυτά.

Πολύ κορόιδεμα έφαγα γιαυτή την ταινία. Για «τις αρμένικες ταινίες που βλέπεις» και «πες μας, τι κατάλαβες απ όλα αυτά?».

Τίποτε δεν κατάλαβα. Εκτός από ένα. Πως η ομορφιά μπορεί να έρθει από εκεί που δεν την περιμένεις, με μέσα που δεν συνηθίζονται, σε ώρες αταίριαστες. Αλλά δεν θα περάσει απαρατήρητη.


******************

Ένα από τα κινηματογραφικά αριστουργήματα του 20ου αιώνα, η ταινία του Sergei Parajanov «Το χρώμα των Ροδιών».
Είναι η βιογραφία του Αρμένιου τροβαδούρου Sayat Nova (King of Song) που ξεδιπλώνει τη ζωή του ποιητή περισσότερο μέσα από την ποίησή του, παρά με τον παραδοσιακό αφηγηματικό τρόπο.

Παρακολουθούμε τον ποιητή παιδί, να μεγαλώνει και να ερωτεύεται, να μπαίνει σε μοναστήρι και να πεθαίνει.
Η Sofiko Chiaureli παίζει 6 ρόλους, ανδρικούς και γυναικείους και ο Sergei Parajanov γράφει, σκηνοθετεί, επεξεργάζεται, χορογραφεί, φτιάχνει τα κουστούμια, σχεδιάζει και διακοσμεί κάθε πτυχή αυτής της επαναστατικής δουλειάς, με την απουσία κάθε είδους διαλόγου ή κίνησης της κάμερας.


"Βασιλιάς των Τραγουδιών" είναι το όνομα που δόθηκε στον Harutyun Sahakyan (1712-1795), που γεννήθηκε και μεγάλωσε σ ένα χωριό δίπλα στην Τιφλίδα της Γεωργίας, εκπαιδεύτηκε στην ποίηση, το τραγούδι και το παίξιμο του kamanchen, ήταν δικαστής και διπλωμάτης, βοήθησε στην εκεχειρία ανάμεσα στη Γεωργία, την Αρμενία και την Περσική Αυτοκρατορία, έχασε τη θέση του στο δικαστήριο όταν ερωτεύτηκε την κόρη του βασιλιά, και πέρασε την υπόλοιπη ζωή του σαν πλανόδιος βάρδος.

Πάνω από 220 τραγούδια αποδίδονται σ αυτόν, τα οποία τραγουδιούνται ακόμη έως σήμερα στην Αρμενία.

Η ταινία του Sergei Parajanov ακολουθεί τη ζωή του από την παιδική ηλικία, «τις μέρες που έβαφαν το μαλλί», μέχρι την είσοδό του στο μοναστήρι. Ωστόσο δεν είναι ακριβής βιογραφία, όσο μια σειρά από ταμπλώ αρμένικων ενδυμασιών, χειροτεχνημάτων κεντημάτων και θρησκευτικών τελετών, διανθισμένα με σκηνές από τη ζωή του Ποιητή και απαγγελία στίχων του.

Στην Ευρώπη βγήκε με τον τίτλο «το χρώμα των Ροδιών», θεωρήθηκε αριστούργημα από τους Federico Fellini, Jean-Luc Godard και Michelangelo Antonioni, είχε τη 10η θέση στα Cahier Du Cinema το 1982, και θεωρείται απο τις 100 καλύτερες ταινίες.

Εδώ, μια σειρά κριτικές για τον σκηνοθέτη.

Το Μουσείο Parajanov στο Yerevan.

Στην πρώτη φωτογραφία, το μνημείο του Sayat Nova, μπροστά στην ομώνυμη Σχολή Μουσικής στο Yerevan.

* * * * * * *

30.4.06

to be continued...or not to be?

Όταν έφυγε ο Οταρ, τότε οι ζωές τους άλλαξαν (για πάντα).

Οι τρείς γυναίκες έμειναν μονες.
Η μαμά του.
Η αδελφή του.
Η ανεψιά του.


Ο Οτάρ-από την Τιφλίδα-με πτυχίο γιατρού, πήγε στο Παρίσι να δουλέψει-στις οικοδομές.
Δεν πρόλαβε, ατύχημα. Θάνατος, τηλεγράφημα.


Η ενενηντάχρονη-γιαγιά είναι σαν τις μάνες όλου του κόσμου, ξενυχτάει κοιτώντας το τηλέφωνο, δεν έχει άλλο ήλιο στη ζωή της από τον Οτάρ.

Xωρισμένη-από-αλκοολικό-σύζυγο, κρυφή-ερωμένη-της-νύχτας-στην-ντάτσα της οικογένειας, δεύτερη, πάντα δεύτερη μετά τον Οτάρ, η αδελφή του, αρνείται να αντιμετωπίσει τη στεναχώρια της μάνας της. Οι μεγάλοι δεν πρέπει να στεναχωριούνται, πρέπει να τους έχουμε ήσυχους, να ζουν ήρεμοι τα τελευταία χρόνια μιας ζωής ήδη βασανισμένης.

Η αρχή μιας σειράς γραμμάτων από τον Οτάρ, για τη μάνα του, γραμμένα από την εγγονή της, στο διπλανό δωμάτιο…

Η μικρή δεν θέλει, αντιδράει. Το κάνει.

Ευφραίνεται η ψυχή της γιαγιάς.
Ο καιρός περνάει, τα γράμματα συνεχίζονται, το τηλέφωνο δεν χτυπάει.

Η γιαγιά πιο πολύ από τα γράμματα, εμπιστεύεται το ένστικτο που της λέει ότι κάτι πάει στραβά.

Βγάζει εισητήρια-για τρεις. Παρίσι-παράδεισος.

Ξενοδοχείο. «Αυριο θα πάμε στο σπίτι του Οταρ».

Η γιαγιά δεν κρατιέται. Βγάζει το χαρτάκι με τη διεύθυνση, παίρνει το μπαστούνι. Μόνη.

Ο άγνωστος που ανοίγει, δε λέει παρά αυτό που ξέρει : ο Οτάρ πέθανε, έχει καιρό.

Η γιαγιά γυρίζει στο ξενοδοχείο.
Η πλάτη της γέρνει περισσότερο από πριν.
(Όμως, δεν υπάρχει πόνος και κόπος που να μην νικιέται με τη σιωπή).
Θέλει να γυρίσει στο σπίτι της, δεν θέλει να δει τον Οταρ, δεν θέλει να τον ενοχλήσει απροειδοποίητα.

Αεροδρόμιο. Η γιαγιά βάζει τα λεφτά που έφερε για τον Οτάρ στο χέρι της εγγονής της, τη σπρώχνει πέρα από τη τζαμαρία.
Μείνε, ζήσε. Το μέλλον μας εσύ, τώρα.

Αυτή ξέρει ότι , ακόμα κι όταν φεύγει ο Οταρ, η ζωή συνεχίζεται.

(κι εδώ)



* * * * * * *