31.8.16
Γιώργος Σεφέρης-Γιώργος Αποστολίδης, Αλληλογραφία 1931-1945
Έχω διαβάσει (μόλις τις μέτρησα στη βιβλιοθήκη), στην προσπάθειά μου να γνωρίσω τον άνθρωπο Σεφέρη, 8 "αλληλογραφίες" του: με το Γιώργο Κατσίμπαλη, τη Μαρώ Σεφέρη, το Νάνο Βαλαωρίτη, το Ζήσιμο Λορεντζάτο, το Γιώργο Θεοτοκά, τον Αντρέα Καραντώνη, τον Edmund Keeley και το Νάνη Παναγιωτόπουλο.
Αυτή ήταν η ένατη αλληλογραφία. Τι ήταν αυτό που την έκανε ξεχωριστή;
Γράφει στην εισαγωγή του βιβλίου: Για τον Γ.Αποστολίδη η Μαρώ έλεγε: Ήταν ο καλύτερός του φίλος.
Πραγματικά, πουθενά αλλού δεν "άκουσα" τον Σεφέρη να ανοίγει έτσι την καρδιά του σε ένα φίλο, όσο στα γράμματα στο Γιώργο Αποστολίδη. Ένας άλλος Σεφέρης παρουσιάζεται, ο οποίος δηλώνει συχνά, πόσο χρειάζεται τον φίλο του και ανησυχεί γι΄αυτόν.
Λόγω της ιδιαίτερα φιλικής σχέσης τους λοιπόν, στο βιβλίο αυτό πρωταγωνιστής είναι ο Γιώργος Αποστολίδης.
Έτσι, αν βγάλουμε τα ονόματα, το βιβλίο γίνεται ένα μυθιστόρημα για τη ζωή: για το πώς αγαπιούνται οι φίλοι, πώς αναπολούν και τρέφονται με τα όσα όμορφα πέρασαν μαζί, πώς κάνουν σχέδια για το μέλλον που τελικά δεν πραγματοποιούνται ποτέ. Αρρώστιες εμφανίζονται στα ξαφνικά, που τις παλεύουν με δύναμη στην αρχή, και μετά, καθώς γίνεται πιο πολύς ο χρόνος στη ζωή με αρρώστια παρά χωρίς αυτήν, η θλίψη κυριαρχεί, η γλύκα της φιλίας και οι αναμνήσεις. Ζωή ή μυθιστόρημα;
[Σχεδόν συνομήλικοι, γεννημένοι στην Σμύρνη και στην Κωνσταντινούπολη αντίστοιχα, ήρθαν οικογενειακώς στην Ελλάδα στα 14 τους, σπούδασαν στο Παρίσι αλλά γνωρίστηκαν σχετικά αργά-στα 25 τους χρόνια.
Η αλληλογραφία τους, πολύ πυκνή αρχικά-αρχίζει με τον διορισμό του Σεφέρη στο Λονδίνο, παρακολουθεί τις προσωπικές τους σχέσεις και τους γάμους τους, αραιώνει κατά τη διάρκειά των ετών μετά το 1936, όταν ο Αποστολίδης έμεινε για αρκετά χρόνια στην Ελβετία ταλαιπωρούμενος από φυματίωση, και σχεδόν σταματάει (έχουν βρεθεί ελάχιστες επιστολές) από το 1945 και μετά.]
11.5.14
δυό κουβέντες
Λυπήθηκα αλήθεια που δεν ήταν βολετό να ιδωθούμε στο Κάιρο. Θα ξαναιδωθούμε . Αλλά πού, πότε, ποιoς το ξέρει; Ίσως να το θελήσουν οι θεοί να βρεθούμε όπως το εύχομαι σε μια ελληνική ακρογιαλιά. Στο μεταξύ πρέπει να κρατήσουμε και τούτο είναι το πιο δύσκολο, θέλω να πω να διαφυλάξουμε, αν έχουμε κάτι πολύτιμο μέσα μας.
~ Ο Γιώργος Σεφέρης στον Νάνη παναγιωτόπουλο, Κάιρο 24.6.1941 (Αλληλογραφία, εκδ.Βιβλιοθήκη του Μουσείου Μπενάκη)
* * *
Η γιορτή της μητέρας.
Κοντεύεις πενήντα κι ακόμα επιζητάς την επιβράβευσή της.
Ακόμα τρέχεις να μοιραστείς τις επιτυχίες σου και ζητάς καθοδήγηση στα αδιέξοδά σου.
Αδιαφορεί, συνήθως, γιαυτά που εσύ θεωρείς σημαντικά στη ζωή σου. Για κείνην, πια, πιο σημαντικά είναι όσα μαθαίνει από την τηλεόραση. Μερικές φορές το αποδέχεσαι, αφού αυτή είναι η σχεδόν μοναδική καθημερινή της παρέα και ασχολία. Μερικές φορές πληγώνεσαι και μετά κάνεις τη δική σου μικρή προσωπική απεργία, απέχεις από την τηλεφωνική επικοινωνία σαν σαρανταοκτάχρονο πεισματάρικο παιδί.
Μερικές φορές την πετυχαίνεις δυνατή, και εκείνη τη μέρα οι κουβέντες της, οι συμβουλές της σε βάζουν σ'ένα δρόμο, όπως ζητάς, σου δινουν απαντήσεις, δύναμη.
Ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρη.
Δεν μπορείς να είσαι σίγουρη αν η συμβουλή της είναι σωστή ή ότι πηγάζει από αγάπη.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι, λόγω ιδιότητας, είναι ο μόνος άνθρωπος που μπορεί να πάρει από πάνω σου αυτήν την τεράστια πλάκα που σε πλακώνει και μετά να νιώσεις προστατευμένη. Όσο παράλογο και φρικτό κι αν ακούγεται, όσο κι αν δεν θέλεις.
23.5.13
μέρες
Μετά το μεσημερινό, στην Tate Gallery με το μπούσι. Καθαρός και πολύ κρύος καιρός. Κοιτάξαμε Turner. Πρώτη φορά που τον είδα με φρέσκο μάτι, όχι χωρίς συγκίνηση-άλλοτε στα νιάτα μου δεν τον αγαπούσα. Τα μάτια μου κουρασμένα από χτες-ίσως γιαυτό; Βγαίνοντας, κοιτάζοντας τον χειμωνιάτικο ήλιο του Λονδίνου, είδα τι πρωτότυπο μείγμα αυτού του φωτός και του φωτός της Μεσογείου (του ιταλικού) είναι αυτός ο άνθρωπος.
~ Γιώργος Σεφέρης, Μέρες Ζ'
1.10.11
μπλε

Κάποτε λυπούμαι που δεν έτυχε να μείνω εδώ στην Αλεξάνδρεια όλον αυτό τον καιρό της προσφυγιάς που μ' έκαναν να σκορπιστώ στους πέντε αγέρηδες. Κάτι θα είχα κάνει, έστω και με τούτη τη θάλασσα, έστω και με τούτο το λιμάνι. Τα ποτάμια δεν παρηγορούν, θέλουν χαρούμενη καρδιά. Το ίδιο ο Σηκουάνας, το ίδιο ο Τάμεσης, το ίδιο και ο Νείλος. Τα ποτάμια σ' αφήνουν πάντα πίσω, καθώς κυλούν, μ' αυτά που έχεις, πίκρες, βασανα, απελπισίες. Η θάλασσα λυτρώνει.
* Γιώργος Σεφέρης, Μέρες Δ'
18.8.11
η αφήγηση μιας ευτυχίας
"Κι έμεινα πέντε μέρες με τους ατσίγγανους στη Σερβία", έλεγε. "Ένα πρωί, είδα έναν που κοιμότανε στο ίδιο τσαντήρι μαζί μου, να φοράει το γελέκο του σμόκιν που είχα βάλει κατά λάθος στο δισάκι μου. Του είπα πως δεν ήταν δικό του και δεν ήταν σωστό να μου το πάρει. Μ' αποκρίθηκε πως εγώ είχα δύο γελέκα, ενώ αυτός δεν είχε κανένα. Κι έπειτα πως εκείνη τη μέρα θα παντρευότανε.
Όμως η νύφη μ' αποζημίωσε. Μου χάρισε ένα δαχτυλίδι για να μου φέρνει τύχη και μου είπε, όταν νιώσω τον εαυτό μου ευτυχισμένο, να το πετάξω, σ' ένα μέρος όπου κανείς δε θα μπορούσε να το βρει. Και αλήθεια, το πέταξα στη θάλασσα, ύστερα από ένα χρόνο, ταξιδεύοντας με το γιώτ έξω από το Καστελλόριζο, μια λιόλουστη μέρα. Ο αγέρας ήταν αλαφρύς στα πανιά μας και το γραμμόφωνο έπαιζε ένα τζαζ που μ' άρεσε."
Παράξενο πως αλαφραίνει κάποτε τον άνθρωπο η αφήγηση μιας ευτυχίας.
(σελ 219)
Αν κοιτάξεις με προσήλωση σφίγγοντας τα νεύρα
έξω από το μηχανισμό της μέρας
μπορείς να ελπίζεις πως μια θάλασσα
γύρω απ'τα πόδια σου θα 'ρθει να δέσει.
Αλλά είναι δύσκολο, και πιο συχνά
γεννά παράξενα τέρατα η συνήθεια
τόσο ανυπόφορα...
(σελ 115)
Προσπαθώ να του εξηγήσω την αντίθετη άποψη, που είναι η δική μου. Πως ημερολόγιο δεν είναι διόλου οι στιγμές μας, μήτε η πεμπτουσία της ζωής μας, αλλά το σημάδι, σχεδόν τυχαίο, μιας οποιασδήποτε στιγμής, κάθε τόσο, και όχι πάντα της σπουδαιότερης.
(σελ 178)
* Γιώργος Σεφέρης, Μέρες Γ'
Εχθές τη νύχτα, μετά από ημέρες, πάλι πρώτα με εφιάλτες και μετά με τίποτα, ο ύπνος μου ήταν γεμάτος με ευτυχία. Δεν μπόρεσα να μην αναρωτηθώ, το πρωί, για την αιτία τού παραπάνω. Γιατί, άμα κάτι μας κάνει ευτυχισμένους, θέλουμε να το κρατήσουμε. Κι άμα καταλάβουμε τι ακριβώς είναι, νομίζουμε πως επιδιώκοντας την επανάληψη θα επιτευχθεί και η ευτυχία.
Μα δεν είναι έτσι τα πράγματα, κι εξάλλου, ούτε που βρήκα πώς γίνεται και αλλάζει χρώμα το μέσα μου έτσι στα ξαφνικά.
Μπορεί όμως, υπάρχει μια πιθανότητα, και γιαυτό τα γράφω αυτά τώρα, να είναι οι Μέρες του Σεφέρη, στις οποίες επανήλθα χθες, μετά από καιρό.
24.7.11
Κι όμως η απεραντοσύνη της θάλασσας...

Καταφέρνω να φύγω από το γραφείο στις 12, για να πάω ν' ακούσω στα "Ολύμπια" την τελευταία δοκιμή της Τέχνης της Φούγκας. Στον Γ. που με συνοδεύει, και με ρωτά, εξηγώ γιατί αφήνω τη δουλειά μου: α) Γιατί θέλω ν' ακούσω τουλάχιστο δυό φορές ένα έργο πολύ σημαντικό για μένα, που δεν τ' άκουσα ποτέ και που δεν ξέρω αν θα το ξανακούσω. β) Για λόγους θεραπευτικούς. Στην ατμόσφαιρα του πολέμου, που ζω περισότερο από όποιον άλλον τώρα-μιαν αμτόσφαιρα επιδημικής κούρασης-, αισθάνομαι την ανάγκη να πιάνομαι κάθε τόσο από κάτι ανεξάρτητο, ξεχωριστό, που κανείς δεν μπορεί να το χαλάσει. Είναι το σύστημα μου για να μην αρρωστήσω κι εγώ.
(σελ 211-212)
Καθώς διαβάζω, ακούω μια μεγάλη φωνή στο δρόμο: "Όλα τα σφάζω! Όλα τα μαχαιρώνω!" Δεν μπορείς ν' ακούσεις αμέριμνα μήτε τη φωνή που διαλαλεί καρπούζια.
Χτες βράδυ κοιμήθηκα στο Μαρούσι. Ξύπνησα στις τέσσερεις. Άνοιξα το παράθυρο, χαράματα. Το γεμάτο φεγγάρι είχε πάει πάνω από τη θάλασσα κατά τη δύση, την ασήμωνε δυνατά και την έφερνε απίστευτα κοντά μου. Μια μικρή λεύκα χόρευε μ' όλα της τα φύλλα, καθώς ο πρωινός αγέρας έσερνε μιαν υπόκωφη μουσική μέσα από τα βελόνια των πεύκων. Πολλές νυχτερίδες πετάριζαν νευρικά μέσα στο χλωμό φως. Ένιωσα μια μεγάλη κατάνυξη και μια μεγάλη συμπόνια.
(σελ 215-216)
* Γιώργος Σεφέρης, Μέρες Γ'
23.7.11
να βγεις από τη στάχτη της φωτιάς σου
(σελ 23)
Γράφω στα γόνατα, στη μικρή βεράντα, έχοντας μπροστά μου τον Παγασητικό, ανάγλυφα βουνά, τη θάλασσα γαλήνη κι ένα κάτασπρο καραβάκι που αρμενίζει πέρα, μικρότερο από το άσπρο γαρύφαλο πλάι μου. Από τότε που ήρθα στο Πήλιο, τριγυρίζω ανάμεσα στη θάλασσα και στα βουνά, ανοίγοντας ολοένα μπουκαπόρτες, πετώντας σαβούρα, ανασαίνοντας. Ελπίζω να γυρίσω ολότελα διαθέσιμος και καθαρισμένος.
Κολυμπώ μέσα στη δυστυχία και την αφήνω πίσω μου.
(σελ 20)
Προσπάθησε, κάθε μέρα να θυμάσαι και να πραγματοποιείς τι πιστεύεις. Κι αν χρειαστεί κάποτε στη ζωή σου, για το σκοπό της ζωής σου, να ξεχάσεις, να γυρίσεις πλευρό, ν' ανασάνεις, τότε δοκίμασε ν' αφεθείς ολότελα, να ζήσεις τυφλός για κάποιο διάστημα. Ίσως η γαλήνη που γυρεύεις να βρίσκεται ακριβώς στην ισορροπία μιας τέτοιας θέσης και μιας τέτοιας άρσης. Ζήσε ολόκληρος.
(σελ 22)
Χτές δεν μπόρεσα να συνεχίσω. Είναι στιγμές που τίποτε δεν μπορεί να βοηθήσει, σα να έχει ετοιμαστεί το καράβι για το τελευταίο ταξίδι και δε μένει άλλο παρά να σφυρίξει ο καπετάνιος. Το μόνο που βλέπει κανείς είναι μια επιφάνεια κάτασπρη, χωρίς όρια, όπου σβήνουν όλα τα σχήματα, όπου δεν επιζεί κανένας ήχος.
(σελ 61)
Ο Μαθιός Πασκάλης:
Όταν όλα σ' αφήνουν και σου φαίνονται ανάξια, γελοία, και παράτονα,
γύρισε τρεις φορές το κλειδί, μαζέψου και ξανάρχισε να διαβάζεις Πλάτωνα.
(σελ 105)
Ήταν γυμνή, κρατώντας το τιμόνι, με προσηλωμένα μάτια
μενεξεδιά σ' ένα σημείο από τ' ανεμολόγιο
που γύριζε.
Μάτια μενεξεδιά, νερό σε δυό παλάμες, μεγάλα ματόκλαδα,
μικρό το στήθος γυάλιζε στον ήλιο.
Να βγείς από τη στάχτη της φωτιάς σου, ο μόνος δρόμος.
(σελ 100)
* Γιώργος Σεφέρης, Μέρες Γ'
20.4.10
Open Air Bookbuying

Λέει ο Ζήσιμος Λορεντζάτος στο νούμερο 777 των Collectanea του.
Εγώ πάλι, είμαι με τον Σεφέρη, ασυζητητί.

* Britain's most enjoyable Bookshop
* * * * * * *
27.1.10
libraryland

27/4/48
* Νάνος Βαλαωρίτης-Γιώργος Σεφέρης, Αλληλογραφία (1945-1968)
* Libraryland
* * * * * * *
27.8.09
γράμμα προς το Κάιρο

...Πάντως θέλω να μην κουραστείς πάλι με το σπίτι. Πριν απ'όλα θέλω να είσαι καλά και να παχύνεις και να είσαι ξένοιαστη και ξεκούραστη...
* Μαρώ και Γιώργος Σεφέρης, Αλληλογραφία Β'(1944-1959)
* Suk Chan al Chalili
* * * * * * *
16.7.09
τεχνίτες
Η μετάφραση του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο ξεκίνησε "με τον τρόπο" του Γιώργου Σεφέρη, με τη δικιά του απόδοση της πρώτης φράσης του Προύστ: "Για χρόνια πλάγιαζα νωρίς". Τούτος ο τόμος βρισκόταν στο τυπογραφείο όταν η γλώσσα μας έχασε τον πιο άξιο τεχνίτη της κι ο τόπος την πιο υπεύθυνη φωνή του. ("Ο γερός τεχνίτης είναι απο τα πιό υπεύθυνα όντα που γεννιούνται επι γής" - ο Σεφέρης απόδειξε πόσο αληθινά ήταν τα λόγια του.)
Έλπίζα πως θα μου δινόταν κάποτε η χάρη να ζητήσω τη γνώμη Του, να γυρέψω να βελτιώσω με τις συμβουλές του αυτή την εργασία. Δεν πρόλαβα. Όμως η σκέψη του με συντρόφευε σε κάθε γραμμή τούτης της "αντιγραφής", η σκέψη πως άξιζε, ακολουθώντας το παράδειγμά Του, "να δοκιμάσω τι μπορεί να σηκώσει η γλώσσα μας"-"φτάνει να μην την βιάζουμε πάρα πολύ". Άν τόλμησα τούτη τη "δοκιμή" μιας μετάφρασης είναι και γιατί ένιωσα πως η στοργή Του κι η φιλία Του με βοηθούσαν μαζί να δουλέψω και να ζήσω.
Τώρα η ζωή έγινε πιο δύσκολη, το κελί πιο σκοτεινό, αλλά το πλημμυρίζει πάντα η φωτεινή παρουσία του δασκάλου, του Σουάν, του θείου Γιώργου.
"Μνήμη και αγάπη".
Παύλος Ζάννας
Σεπτέμβρης 1971
* Πολιτικός κρατούμενος, μαζί με άλλους, στις φυλακές της Αίγινας, ο Παύλος Ζάννας παρακινείται, σχεδόν υποχρεώνεται απο τον Στρατή Τσίρκα (που αναλαμβάνει ταυτόχρονα και όλες τις πρακτικές πλευρές της έκδοσης) να μεταφράσει το έργο.
* Απο σημείωμα του μεταφραστή (β'τόμος) και τον πρόλογο της πρώτης έκδοσης (α'τόμος).
* Η φωτογραφία είναι απο την Πλάκα.
* * * * * * *
15.7.09
το σπίτι κοντά στη θάλασσα (*)
Δεν είναι που θυμάμαι τη χαρά τους και τη λύπη τους (*), είναι που, ίσα-ίσα, δεν θέλω να θυμάμαι.
Γιαυτό μου παίζει τέτοιο παιχνίδι το μυαλό, κι όταν είμαι σκασμένη έρχονται απο μόνα τους στον ύπνο μου.
Καμιά φορά, συμβαίνει και ανάποδα.
(*) Γιώργος Σεφέρης
* * * * * * *
4.6.09
απροσδόκητα

Αθήνα, 19.2.50
…Έξω μαίνεται το καρναβάλι. Ένα τρελό και ξέφρενο καρναβάλι από τον πιο φτωχό ως τον πιο πλούσιο. Γύρισα ένα βράδυ τα διάφορα κέντρα με τη Lady Norton και τον Sir Malcolm Sargent τον αρχιμουσικό που ήρθε από την Αγγλία κι είδα να χορεύουν με λινά παπούτσια (χειμωνιάτικα) στα ρεμπέτικα κέντρα με τα μπουζούκια και να βγαίνουν γουναρικά και φράκα από τις πρεσβείες, τη «Μεγάλη Βρετανία» και τα σπίτια των μεγαλουσιάνων!
Μαίνεται κι η προεκλογική κίνηση. Εκατό τόσα κόμματα και τρείς χιλιάδες τόσοι υποψήφιοι! Τα μεγάφωνα ορύονται έξω από το κάθε κέντρο που εκφωνούνται λόγοι. Οι τοίχοι όλοι μπλαστρωμένοι με τις φάτσες των υποψηφίων. Όργιο καρναβαλιού και όργιο προεκλογικό! Κανένας δε συλλογιέται τι θα γίνει. Σα να περιμένουμε όλοι τη συντέλεια του κόσμου!
Η προεκλογική φασαρία είχε κι ένα απροσδόκητο αντίχτυπο: καθυστέρησε τα Collected Poems. Το μισό σχεδόν βιβλίο έτοιμο, στοιχειοθετημένο, διορθωμένο περιμένει τρείς ολόκληρες βδομάδες στου Ταρουσόπουλου (που για πρώτη φορά επέδειξε τόση ιλιγγιώδη ταχύτητα) αλλά οι χαρτοποιείες μας την έσκασαν στο ζήτημα του χαρτιού. Απασχολημένες όλες με την κατασκευή εκλογικών ειδών, τους ήταν αδύνατο να ετοιμάσουν την ποσότητα που τους είχε παραγγείλει ο Ίκαρος…
Γεια-χαρά
Γιώργος
* "Αγαπητέ μου Γιώργο", επιστολή 388, τόμος β
* New York Public Library
* * * * * * *
26.5.09
ο Κατσίμπαλης στο Παρισάκι

Ο καιρός, εδώ και δεκαπέντε μέρες, είναι θείος: ξερός και παγερός, και νιώθω τον εαυτό μου ξαναγεννημένο. Τρώω το καταπέτασμα και πίνω τον άμπακα και οργώνω τους δρόμους του Παρισιού απ΄άκρη σ΄άκρη φτεροπόδαρος!...
* "Αγαπητέ μου Γιώργο", σελ 399, επιστολή 388, τόμος β
* Enchanted
* * * * * * *
17.5.09
νύχτες μάγεμα

Κακότυχε Σεφέρη με το συνάχι σου μες στην ομίχλη της Λόντρας!
Γειά-Χαρά
Γιώργος
* Απόσπασμα από επιστολή του Γ.Κ.Κατσίμπαλη στον Γ.Σεφέρη, από την αλληλογραφία τους 1924-1970, που εκδόθηκε πρόσφατα από τον Ίκαρο, με τίτλο "Αγαπητέ μου Γιώργο".
* Η φωτογραφία.
* * * * * * *
19.4.09
Άγκυρα, 2 Νοεμ. 49
Βλέπεις πως το γράμμα σου μ΄ έβαλε χτες βράδυ σ΄ ένα δρόμο που με οδήγησε σε αισιόδοξες σκέψεις, σε απλές σκέψεις, που είναι το ίδιο...
* Απόσπασμα από την επιστολή 206 του Γ.Σεφέρη στον Γ.Κ.Κατσίμπαλη, από τον δεύτερο τόμο της αλληλογραφίας τους 1924-1970, που εκδόθηκε πρόσφατα από τον Ίκαρο, με τίτλο "Αγαπητέ μου Γιώργο".
* Η φωτογραφία είναι απο το τρίστρατο, στην Πλάκα.
* * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * * *
….on this matter, and while I was trying, last night, to gather all this work, which after all is a 23 years work, these few things, I was thinking how much persistence I needed to have, and how many things to deprive myself, for the work to be done. The difficult thing is not to write poems, the great difficulty is to protect that corner for your thought clear. To protect this corner where you feel more clean. Last night, while I had the chance to see all these, all together, gathered, something that I had not the chance to do since many years, I came to the conclusion that, even if they were fewer, even if I had to start my life all over again, I would do the same, not for the result, but for the effort. The struggle not to follow the slope. Even now, that in the day after I will be fifty, if I had a piece of bread to live on, I would be excited to leave all this turbulence and to withdraw in a dry Greek corner, and try to die like a human. The creation [that I might do] would just be the pourboire of God. As you can see, your letter, last night, drove me in a road of positive thoughts, simple thoughts, which is the same…
* Extract from the letter Nr 206 G.Seferis to G.K.Katsimpalis, from the second volume of their correspondence 1924-1970, that was published recently by Icarus, titled “My Dear Giorgos”.
* * * * * * *
26.3.09
μουντζουρώνεις χαρτιά;

... Ας είναι! Δόξα τω Θεώ, και μ' όλες τις κλαψούρες μου, είμαι βράχος! Και θα τη βγάλω πέρα κι αυτή τη μπόρα όπως και τις τόσες άλλες. Δεν τα ρίχνω κάτω. Κι ίσως μια μέρα ξαναβρώ τα κέφια μου και σου ξαναγράψω πάλι όπως τον παλιό καιρό, όταν όλα περάσουνε και ξεχαστούνε. Μη με συνερίζεσαι λοιπόν, και γράφε πότε-πότε, βρε μπαγάσα, τα δικά σου. Να ξέρω τι γίνεσαι, πως τα βολεύεις, τι σκαρώνεις αυτού πέρα. Βρήκες σπίτι; Άπλωσες τα βιβλία σου και τα χαρτιά σου; Καλέμι έπιασες στα χέρια σου, μουντζουρώνεις χαρτιά; Παράτησε το αχ και βαχ-μια κι η ζωή δεν έχει μπέσα-κι εκει που κουβεντιάζεις, κράχ!-σαν τον Πανάγο το Σεβάχ-τα κλείνεις σε μιαν ώρα μέσα!... όπως λέει κι ο φίλος μου ο Κυριαζής.
Το γράμμα μου αυτό υπολογίζω πως θα το λάβεις την ερχόμενη Δευτέρα που θα 'ναι του Αι-Γιωργιού. Σου εύχομαι να τα εκατοστήσεις και
Γιώργος
* Το κείμενο είναι η τελευταία παράγραφος της επιστολής 159 του Γ.Κ.Κατσίμπαλη στον Γ.Σεφέρη, απο τον δεύτερο τόμο της αλληλογραφίας τους 1924-1970, που εκδόθηκε πρόσφατα απο τον Ίκαρο, με τίτλο "Αγαπητέ μου Γιώργο".
* Ο πίνακας είναι του Περικλή Πανταζή (1849-1884), απο την έκθεση η νεοελληνική τοπιογραφία απο το 18ο ως τον 21ο αιώνα, στο Ίδρυμα Θεοχαράκη.
* * * * * * *
21.3.08
ποίημα
καρδιά μου όσο μπορούσα να πάω
πιο βαθιά, ακόμα πιο βαθιά...
Ξέρεις ποιός ήταν ο Νάρκισσος;
Ένας άνθρωπος που έβλεπε τον
εαυτό του να πνίγεται χωρίς να
μπορείς να κινηθείς για να τον
σώσεις...
(Στράτης Θαλασσινός)
*άσε που γυρίσαμε και βρήκαμε την άνοιξη λίγα μέτρα πέρα από το σπίτι μας!
* * * * * * *
9.2.08
έκθεση
Τρίτη, 19 Γενάρη 1954
6.30΄το πρωί. Σηκώθηκα ξεκούραστος, έξω νύχτα ακόμη. Πολλά καράβια στη θάλασσα, φωτισμένα. Περιμένουν να ’μπουν στο λιμάνι. Είμαι ξεκούραστος, κάθομαι στο τραπέζι της δουλειάς.
Εδώ και δέκα μέρες οργασμός γραφής-ονειροπαρμένος, οραματιζόμενος, δε μ’ αγγίζει τίποτε, δε μπορώ να στρέψω στο μεροκάματα. Συλλογιζόμουν ότι έτσι θα φύγω από το χαμαλίκι, όχι ύστερα από μια απόφαση αλλ’ ανεπαίσθητα έτσι ρουφημένος από την αληθινή ζωή.
Τα πράγματα στη δουλειά πάνε από το κακό στο χειρότερο. Πήγαιναν δηλαδή, μέχρι την Πέμπτη. Πέρασα όλη την Πέμπτη το απόγευμα, και τη νύχτα, μέχρι και αργά το πρωί της Παρασκευής, ψάχνοντας να ξετρυπώσω το λιοντάρι που έχω μέσα μου. Μα ήταν πολύ καλά κρυμμένο-ή είχε φύγει, δεν ξέρω. Μόνο το ποντίκι έβρισκα συνεχώς μπροστά μου, κι έτρεμα τόσο πολύ από μέσα μου που έφτανε μέχρι το απέξω μου. Ήταν όσο πιο κοντά στην εγκατάλειψη κάθε είδους προσπάθειας έχω περάσει ποτέ. Τελικά δεν ξέρω ποιος ήταν αυτός που μίλησε, το ποντίκι μάλλον ήταν αλλά με την φωνή του λιονταριού, ή κάτι ανάμεσα, κάτι φτιαγμένο από τα δύο. Αναπάντεχα (αιφνιδίασα άραγε;) πέρασε το δικό μου. Προσωρινά. Δεν μπορώ ακόμη να πιστέψω πως ο απέναντι φοβάται πιο πολύ από μένα. Ακόμη φοβάμαι, θυμώνω, κλωτσάω, ούτε που ξέρω ακριβώς τι παθαίνω. Παθαίνω πάντως, δεν είμαι καλά. Και βλέπω για ακόμη μια φορά, πως άμα περάσεις από το πολύ χάλια, μετά το υποφερτό φτάνει να σου φαίνεται πολύ καλό μάλιστα. Αηδιαστική διαστρέβλωση.
* Η φωτογραφία είναι από την Αίγινα.
*Το κείμενο είναι από τις σημειώσεις του επιμελητή κ.Γ.Π.Σαββίδη στο βιβλίο του Γιώργου Σεφέρη "Έξι νύχτες στην Ακρόπολη", από ημερολογιακή εγγραφή του ποιητή στο ημερολογιακό του σημειωματάριο στην Βηρυτό.
* * * * * * *