28.3.10

ανακύκλωση


Αυτός ο τηλεφωνικός θάλαμος αγοράστηκε για 1 λίρα από τους προύχοντες του Westbury-sub-Mendip και στήθηκε σ'ένα δρόμο του χωριού σαν μνημείο του παρελθόντος.
Απόκτησε και χρησιμότητα: έγινε η πιο μικρή δανειστική βιβλιοθήκη του κόσμου, που βρίσκεται σε λειτουργία 365 μέρες το χρόνο, όλο το 24ωρο.

Ο κανόνας είναι απλός: δανείζεσαι κάποιο βιβλίο (dvd, περιοδικό) που δεν έχεις διαβάσει αφήνοντας στην θέση του κάποιο άλλο. Ούτε γραφειοκρατία, ούτε κλοπές.


* * * * * * *

21.3.10

όπως θα μπαίνει η άνοιξη


Διαβάζω του κερατά του Laurence Durrell την τετραλογία που λέγεται Alexandrian Quartet (Justine, Balthazar, Mountolive, Clea) μυθιστορήματα αλεξανδρινά – γρήγορα θ’ ακούσεις πως του δώσανε το Νόμπελ. Και σκάω από λύσσα. Γιατί αυτά ήταν τα θέματά μου. Είναι της παρακμής ο άθλιος αλλά έχει πολύ ταλέντο.

* * * * *

Περάσαμε ένα υπέροχο Σαββατοκύριακο στο σπίτι: κάναμε αφιέρωμα στον Ολλανδό σκηνοθέτη Joris Ivens: είδαμε 19 ντοκιμαντέρ του (συνολικά περίπου 15 ώρες) σε δυό μέρες.
Το πρόγραμμα ήταν 13:00-21:00 το Σάββατο και 11:00-18:00 την Κυριακή, χωρισμένο σε δίωρες (περίπου) προβολές, με μισάωρα διαλείμματα στα ενδιάμεσα.

Τελικά το πρόγραμμα το παρακολουθήσαμε (και το ακολουθήσαμε με ευλαβική ακρίβεια!) μόνοι οι δυό μας: εκτός από την Εύα που ήρθε το Σαββατόβραδο 19:00-21:00, κανένας άλλος από τους φίλους μας δυστυχώς δεν μπόρεσε να έρθει.

Θέλω να καταλήξω στο ότι, οφειλόμενο κατά ένα μεγάλο μέρος στον καιρό, ήταν ένα ήσυχο, ελαφρύ διήμερο, πιο πολύ κι από ξεκούραστο: σχεδόν θεραπευτικό.
Σαν ανοιξιάτικο πρωινό-εδώ ήθελα να καταλήξω.

Διάβασα αυτή την έκφραση το πρωί, στο μετρό, και ήταν σαν να φύσηξε αεράκι κι αλάφρυνε ο αέρας στο βαγόνι. Αν ψάχναμε για συνώνυμο της "ευτυχίας" σκέφτηκα, αυτό ταιριάζει: ανοιξιάτικο πρωινό. Κι αν θέλουμε ένα ποίημα με δυό λέξεις, αυτό είναι πάλι: ανοιξιάτικο πρωινό. Ελαφρύ, δροσερό και ήσυχο.

* Επιστολή του Στρατή Τσίρκα στον Μ. Μ. Παπαϊωάννου, 22 Μαρτ. 1960.

*Roses


* * * * * * *

19.3.10

έτσι ξαφνικά

Δεν έχει άλλη φρεγάτα σαν το βιβλίο
Να μας παίρνει σε τόπους μακρινούς,
Ούτε άλλο κρουαζιερόπλοιο σαν τη σελίδα
της **** ποίησης.
Αυτό το δρόμο μπορούν και οι φτωχότεροι να τον πάρουν
χωρίς να τους βαραίνουν διόδια;
Πόσο λιτό είναι το άρμα
Που φέρει μια ανθρώπινη ψυχή!

* * * * * * * * * * * * *

Βρήκα ένα λινκ όλο ποιήματα. Όχι με αφορμή την ημέρα ποίησης-αλλά ταίριαξε ωραία, δε λέω.

Έψαχνα για το ποίημα "η σύγκλιση του ζεύγους" του Τόμας Χάρντυ, για το πως συναντήθηκε ο Τιτανικός με το παγόβουνο που προκάλεσε το ναυάγιό του. Που η βασίλισα του Άλαν Μπένετ ήθελε να το διαβάσει στους υπηκόους της, στο χριστουγεννιάτικο διάγγελμά της.

Και μετά θυμήθηκα τον Κριστιάν Μπομπέν που λέει πως το 1860, η τριαντάχρονη Έμιλυ έκλεισε την πόρτα του σπιτιού πίσω της, ανέβηκε στη νυφική κάμαρα της ψυχής της και δεν ξαναβγήκε μέχρι την ημέρα που πέθανε, το 1886. Στο μεσοδιάστημα, έγραψε εκατοντάδες ποιήματα που το καθένα τους περιείχε περισσότερο φως απ'όσο όλος μαζί ο Γαλαξίας.


* Ο αιχμάλωτος του λίκνου, Κριστιάν Μπομπέν.

** Τhe Uncommon Reader, Alan Bennett.

*** Φωτογραφία από το libraryland.

**** Prancing poetry, δεν μπόρεσα να το μεταφράσω.


* * * * * * *

7.3.10

σημειώσεις

Με σκληρή απροσεξία τον έπλασε η φύση. Επήρε τον πηλό του στα χέρια της, βιαστικά τον εζύμωσε και άστοργα τον πέταξε μέσα στη ζωή τσαλακωμένο και ατελείωτο. Όμως σαν σε στιγμή δημιουργικής μανίας, το πνεύμα που του φύσηξε μέσα του, ήταν ένα πνεύμα θερμό και πλούσιο.

Παύλος Νιρβάνας (1866-1937).
Υπηρέτησε ως γιατρός στο Πολεμικό Ναυτικό από 1890 έως 1922.
Γεννήθηκε 100 χρόνια πριν από μένα.
Ανάμμεσα στα βιβλία των γονιών μου είχαμε το "αγριολούλουδο": δε θυμάμαι παρά ότι μου είχε φανεί γλυκερά ρομαντικό κι απλοικό.

Κώστας Χατζόπουλος (1868-1920)
Έκανε φάρσες που ο Νιρβάνας περιγράφει με θαυμασμό, εμένα μου φάνηκαν από απλοικές έως τελείως κακόγουστες.
Είχε τα χρήματα (και τη δύναμη!) να εγκαταλείψει τα βιοποριστικά και ν'ασχοληθεί με τη λογοτεχνία.
Έζησε στη Γερμανία, παντρεύτηκε μια Φιλανδέζα, πέθανε εν πλω και τάφηκε στο Μπρίντεζι.

Γεράσιμος Βώκος (1868-1927).
Γειτονόπουλο του Νιρβάνα στον Πειραιά.
Τίμιος, ευθύς, ακέραιος, ευγενής πάντα, για να αποδειχθεί, μια φορά ακόμα, ότι και η τρέλα σπάνια μπορεί να κλονίσει τον ηθικό χαρακτήρα του ανθρώπου, όταν είναι βαθιά ριζωμένος στην ύπαρξή του... ...Την άλλη μέρα βρήκα το λεξικό στο σπίτι μου, όπως δεν βρήκα πολλά βιβλία, από όσα έχω δανείσει σε ανθρώπους που δεν τρελάθηκαν.

Περικλής Γιαννόπουλος (1868-1910).
Αυτός που πήρε στο λαιμό του το ταλαίπωρο το άλογο...

Λάμπρος Πορφύρας (1879-1932).
(Ψευδώνυμο του Δημητρίου Συψώμου, από τα δύο ομώνυμα ποιήματα του Διονυσίου Σολωμού).
Σύντροφος του Νιρβάνα σε βόλτες στην Πειραική.
Δεκατετράχρονος, έγραφε ήδη μεστά ποιήματα τα οποία παρουσίασε ο θείος του στην συντροφιά του Νιρβάνα κι εκείνοι τα προώθησαν προς δημοσίευση (την οποία ακολούθηκε διασημοποίηση).

Κωνσταντίνος Χρηστομάνος (1867-1911).
Της οικογενείας των Βενιζέλων. Από κλάδο της αυτής οικογενείας καταγόταν και η Αγία Φιλοθέη.
Αυτός ο της Σίσσυ, ναι. Όταν την έχασε γύρισε στην Αθήνα, δημιούργησε τη Νέα Σκηνή-ο Νιρβάνας τον αποθεώνει, εμφάνισε ένα θέατρο ποιότητας σε μια πρωτεύουσα που μόνο λαικές παραστάσεις ανέβαζε, παίρνοντας πάνω του όλους τους ρόλους, από κουβαλητής επιπλων (από το σπίτι του) μέχρι σκηνοθέτης.

Πιερ Λοτί (1850-1923)
Ο Νιρβάνας επεδίωξε και πέτυχε συνάντηση μαζί του κατά την επίσκεψη του (Γαλλικού) σκάφους στο οποίο ήταν επικεφαλής ο Λοτί, στην Σαλαμίνα (Κούλουρη). Διαπίστωσε την αδιαφορία του Λοτί προς την Ελλάδα και τη λατρεία του προς κάθε τι οθωμανικό

Γκαμπριελ ντ'Αννούντσιο
κλπ.

* Το απόσπασμα που περιγράφει τον Κωνσταντίνο Χρηστομάνο είναι από τα Φιλολογικά Απομνημονεύματα του Παύλου Νιρβάνα (εκδόσεις Οδυσσέας 1988) και η φωτογραφία είναι από το Pixdaus.


* * * * * * *

6.3.10

δύο περιστατικά (*)


Κατεβαίνω τη Λαρίσης. Στην πλευρά του δρόμου που δεν φωτίζεται από τον πρωινό, ανοιξιάτικο ήλιο, ένας ηλικιωμένος μέ κομένο από τον καρπό το αριστερό του χέρι κάθεται μπροστά σε μια βιτρίνα και ζητιανεύει, προτείνοντας ένα λευκό πλαστικό κύπελο στους περαστικούς.
Ένα τηλέφωνο ακούγεται να χτυπάει. Ο ζητιάνος βγάζει το κινητό του από την τσέπη του, σηκώνεται όρθιος κι αρχίζει, με το πρόσωπό του να λάμπει από χαρά, να κουβεντιάζει με τον συνομιλητή του.

Ένας παππάς, με την μαμά και την αδελφή του, τρία άτομα που πιάνουν πολύ χώρο (μεγαλόσωμα και με πολλά κιλά), πλησιάζουν το γραφείο μου. Καθώς τους εξυπηρετώ, ακούω καμπάνες να χτυπάνε, ντίν-ντάν, ντίν-ντάν, χαρμόσυνα, σαν στην Ανάσταση. Ο παππάς βάζει το χέρι και βγάζει το κινητό του, συνομιλεί εκνευρισμένος, ζητάει εξηγήσεις για το αν το θέμα είναι επείγον και τελικά το αναβάλλει για αργότερα.

(*) ή βρείτε τις ομοιότητες και τις διαφορές.

Η φωτογραφία από το Pixdaus


* * * * * * *

27.2.10

χωρίς σχόλια


Διαβαζω. (Στην πραγματικότητα σερφάρω, αλλά δε μ'αρέσει καθόλου αυτό ούτε σαν λέξη ούτε σαν έννοια, οπότε βαυκαλίζομαι να πιστεύω ότι διαβάζω: κείμενα σε μιαν οθόνη).
Διαβάζω, λοιπόν. Ανακαλύπτω. Ενθουσιάζομαι.

Σηκώνομαι και πάω να πλύνω τα δόντια μου.
Όπως κάθε φορά που νιώθω την ικανοποίηση να ξεχειλίζει από μέσα μου, διακόπτω με κάτι άσχετο, για να δώσω χρόνο στο μυαλό μου να συλλάβει αυτό που του συμβαίνει, για να (με) ελέγξω: είναι όντως τόσο εκπληκτικό αυτό που αισθάνομαι ώστε να κρατήσει και αφού απομακρυνθώ από την οθόνη, ή μόλις προσγειωθώ στην πραγματικότητα θα χάσει το μεγεθός του και θα ξεχαστεί;

Πλένω τα δόνια μου, το μπάνιο είναι γεμάτο φώς, είναι Σάββατο νωρίς το πρωί κι έχει ησυχία: πως να μικρύνει η ένταση αυτού που αισθάνομαι;

* * *

Με τη σειρά που ξεδιπλώθηκαν μπροστά μου.

Από το Libraryland:
“Some people turn sad awfully young. No special reason, it seems, but they seem almost to be born that way. They bruise easier, tire faster, cry quicker, remember longer and, as I say, get sadder younger than anyone else in the world. I know, for I’m one of them.”

-Ray Bradbury

Μα ποιός είναι αυτός (ο άγνωστος);
Ααα, είναι ο συγγραφέας του Φαρενάιτ 451! Τώρα εξηγείται (ως ένα από αυτά τα συχνά, ανεξήγητα, κοσμικά θαύματα) γιατί μου τράβηξε την προσοχη!
Δες, δες τι άλλο λέει εδώ:

Libraries raised me. I don’t believe in colleges and universities. I believe in libraries because most students don’t have any money. When I graduated from high school, it was during the Depression and we had no money. I couldn’t go to college, so I went to the library three days a week for 10 years

* * *

Προσπερνώ όσα από τα υπόλοιπα δε μ'ενδιαφέρουν, και πατώντας πάνω σε στίβες βιβλίων κοιτάζω γύρω μου/μέσα στο κείμενο εξεταστικά: αα, να λοιπόν αυτό που έψαχνα: ο άνθρωπος. Που σκέφτεται/γράφει έτσι.

Η ζωή του:
Ray Bradbury married Marguerite McClure (1922–2003) in 1947, and they had four daughters. To date, Bradbury has never obtained a driver license.

Εδω είναι που σηκώθηκα και πήγα να πλύνω τα δόντια μου.
Το να μείνεις με έναν σύντροφο για πάνω από 50 χρόνια είναι για μένα η απώτατη ευτυχία, ένα δώρο αναπάντεχο, κάτι που δεν μπορείς να το σχεδιάσεις, να το επιδιώξεις εκ των προτέρων, μόνο να σου τυχει μπορεί.

* * *

Η φωτογραφία είναι από το Pixdaus.


* * * * * * *

26.2.10

ένα αυτοβιογραφικό διήγημα

Επί τριάντα χρόνια έμεινα καθισμένος στο τραπέζι του πατρικού μου. Ο ένας μετά τον άλλο, οι φίλοι μου έφυγαν από το Λε Κρεζό, ανακάλυψαν άλλες χώρες, εγκαταστάθηκαν σε άλλες πόλεις. Εγώ είχα την εντύπωση ότι πουθενά αλλού δε θα βρισκόμουν μπροστά σε πρόσωπα τόσο πρωτοφανή, όσο εκείνα που συναντούσα δυό φορές την ημέρα, σε κάθε γεύμα. Πατέρας, μητέρα, αδελφός, αδελφή: τι πιο παράδοξο από αυτούς τους ανθρώπους που σου μοιάζουν τόσο πολύ κι είναι τόσο διαφορετικοί; Όταν μοιραζόμουν το ψωμί μαζί τους, ήταν σα να πήγαινα μακρύτερα κι από την Κίνα. Ποιός ο λόγος να γυρίσω τον κόσμο, αφού δεν είχα ακόμη αποκρυπτογραφήσει τα αινίγματα τούτων των οικείων παρουσιών; Γύρω από το τραπέζι περιστρέφονταν οι άγγελοι του επιουσίου, θαμπωμένοι από τις λάμψεις του λουλουδάτου μουσαμά.

Διαβάζω το Αιχμάλωτος του λίκνου του Κριστιάν Μπομπέν.

Η φωτογραφία είναι από το Pixdaus.


* * * * * * *

20.2.10

και χορεύω


-Σε πρόσβαλαν ποτές;
-Ποιος να με προσβάλει; Είμαι δυνατός. Αν δώσω μια!...
-Δε λέω να σε χτύπησαν. Την ψυχή σου την πληγώσανε ποτές;
-Την ψυχή δεν μπορείς να την πληγώσεις, στην ψυχή δεν κολλάει προσβολή, λέει αυτός. Την ανθρώπινη ψυχή δεν μπορείς με κανέναν τρόπο να την αγγίξεις, με τίποτα...

Οι επιβάτες του καταστρώματος, οι ναύτες, όλοι οι άνθρωποι μιλάγανε για την ψυχή το ίδιο πολύ και συχνά όσο και για τη γης, τις δουλειές, το ψωμί και τις γυναίκες. Η ψυχή είναι το ψωμοτύρι στις κουβέντες των απλών ανθρώπων, λέξη γαζέτα. Δε μ'αρέσει που τούτη η λέξη βρίσκεται πάντα στις γλιστερές γλώσσες των ανθρώπων, κι όταν οι μουζίκοι βλαστημάνε, θυμωμένα ή καλόκαρδα, βρομίζοντας την ψυχή, είναι σαν να μου μαχαιρώνουν την καρδιά.

Θυμάμαι πολύ καλά με τι προσοχή μίλαγε η γιαγιά μου για την ψυχή, τη μυστική κατοικία της αγάπης, της ομορφιάς, της χαράς, και πίστευα πως σαν πεθαίνει ένας καλός άνθρωπος, οι λευκοί άγγελοι παγαίνουν την ψυχή του στο γαλάζιο ουρανό, στον καλό Θεό της γιαγιάς μου, κι αυτός την υποδέχεται καλοσυνάτα:
-Έλα, καλούλα μου, έλα παστρικούλα μου, έλα που μου βασανίστηκες κι υπόφερες κει κάτου.
Και δίνει στην ψυχη τα φτερά του Σεραφείμ-έξι άσπρες φτερούγες.

* Διαβάζω "Στα Ξένα Χέρια" του Μαξίμ Γκόρκη.


* * * * * * *

27.1.10

libraryland


Άγκυρα, Τρίτη βράδυ,
27/4/48
Αγαπητέ μου Νάνο. Έπειτα από τα χιόνια, άνοιξε ο ουρανός κι έπεσε πάνω μας ένας ρωμαλέος ήλιος με κάτι φοβερές ακονισμένες δαγκάνες. Αυλαία. Σήμερα σύννεφα, κρύο και βροχή. Πρώτη φορά που κατάλαβα τι θα πει η έκφραση ξέσκέπη γής. Υπάρχουν τόποι-έστω και χωρίς κανένα δέντρο-όπου αισθάνεσαι πως κάτι σε προστατεύει. Εδώ όλες οι μπουκαπόρτες ανοιχτές. Τα στοιχεία σε βαρούν από σταβέρο κι από σοπράνο και στην κάλμα αισθάνεσαι τελείως ξεβράκωτος. -Ύστερα από μια κοπιαστική μέρα, μαζεύτηκα στην κάμαρα του ξενοδοχείου μου και ξαναδιάβασα τα γράμματά σου από τον περασμένο Γενάρη. Έξω ακούω τα χούγιάσματα των αυτοκινήτων και κάπου-κάπου το σφύριγμα κανενός νυχτοφύλακα. Μέσα στην κάμαρα το γριτσάνισμα των ελληνικών εφημερίδων που διαβάζει η γυναίκα μου. Άς κουβεντιάσουμε-

* Νάνος Βαλαωρίτης-Γιώργος Σεφέρης, Αλληλογραφία (1945-1968)
* Libraryland


* * * * * * *

24.1.10

η βιβλιοθήκη

Tο κτήριο βρίσκεται στην Lootsstraat, μια γειτονιά στο Άμστερνταμ όπου οι δρόμοι έχουν ονόματα Φλαμανδών ποιητών και συγγραφέων του 18ου και 19ου αιώνα.
Το έργο εικονίζει μια βιβλιοθήκη που αποτελείται από 250 μοναδικά κεραμικά βιβλία.
Κάθε βιβλίο έχει τον τίτλο ποιήματος ενός από τους παραπάνω ποιητές ή ένα σχέδιο από ένα διάσημο βιβλίο του 18ου αιώνα του Johan Enschede.
Το έργο πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία του κεραμίστα P.Kemink με τους γραφίστες Melle Hammer και Susanne Laws.
* Μετάφραση από εδώ.


* * * * * * *

21.1.10

ποίημα


Ψηλά από τις πλαγιές να κατεβαίνεις
και να βυθίζεσαι στις χαμηλές τοποθεσίες.
Ν' ανακαλύπτεις, σα να πετάς με τα φτερα σου,
την απόσταση του δρόμου
που μικραίνει και ανθίζει
στο πλησίασμά σου.
Να διασχίζεις ένα χωριό σ' ένα λεπτό
και να παίρνεις μαζί σου με μια ματιά
την εικόνα του...
Μόνο στ' όνειρό μου είχα γνωρίσει ένα
τόσο μαγευτικό, τόσο ανάλαφρο τρέξιμο.
Ακόμα και στις ανηφοριές
ήμουν σε πολλή φόρμα.
Γιατί, πρέπει να το πω,
αυτός ήταν ο δρόμος του χωριού του Μώλν,
που έπινα έτσι.

Είναι μια παράγραφος, χαμηλά στη σελίδα 34 του Μεγάλου Μώλν του Alain-Fournier, που διαβάζεται και σαν ποίημα!
Είναι σημαντικό να αναφέρω ότι το διαβάζω σε μετάφραση της Αγγελικής Νικολοπούλου, από τις εκδόσεις Γρηγόρη. Δεν ξέρω αν είναι καλή μετάφραση, η έκδοση είναι του 1970, βρίσκω λέξεις που δεν χρησιμοποιούμε σήμερα αλλά ο ρυθμός του βιβλίου είναι συνεχής, κυλάει, κι όχι μόνο δεν κοπιάζεις για να πας παρακάτω αλλά αντίθετα τα κεφάλαια περνούν χωρίς να το αντιλαμβάνεσαι. Αυτό θα έπρεπε να είναι προφανές στην ανάγνωση ενός βιβλίου, αλλά δυστυχώς δεν είναι.
Και μια περίεργη γραμματοσειρά, αραιά, λεπτά, κάπως τετραγωνισμένα γράμματα, η λέξη σέβεντις είναι αυτή που μάλλον την περιγράφει καλύτερα!
Πολλά είπα για να καταλήξω στο προφανές: η παραπάνω παράγραφος ξεχώρισε στο μυαλό μου σαν ποίημα.

Είχα διαβάσει για τον Μεγάλο Μωλν (δε θυμάμαι πια με σιγουριά, πάνε τόσα χρόνια) μάλλον στο Δεύτερο Φύλο της Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Πιθανότατα το 1980, όταν στο δωμάτιό μας είχαμε την πορτοκαλο-άσπρη βιβλιοθήκη-διπλό-γραφείο κολημμένη στον τοίχο. Ήταν στη λίστα βιβλία-που-θέλω-να-διαβάσω λοιπόν, εδώ και 30 χρόνια!
Ε, έχω να πω ότι άξιζε τον κόπο!

* Υπάρχει και κοινότητα Meaulne στη Γαλλία από όπου η φωτογραφία.


* * * * * * *

22.12.09

και μες την τέχνη ...


Μόνος ο θείος της μητρός μου Κωνσταντίνος Βασιλείου, ο εις Ρωσσίαν διαπρέψας ως διπλωματικός υπάλληλος, λαβών το βιβλίον μου απήντησε δι' επιστολής, όπου τας ενθαρρυντικάς εκφράσεις συνεκέρασε με συμβουλήν σοφήν και σωτήριον. "Μη σπεύδης, έγραφε, εις δημοσίευσιν. Γράφε, άλλ' άφινε το γραφέν να κοιμηθή επι έν ή δύο έτη. Λησμόνει το, και όταν το επανίδης θα κρίνεις καλλίτερον περί της αξίας του, και περί των διορθώσεων όσων είναι επιδεκτικόν". Εννόησα την εις την συμβουλήν υποκρυπτομένην επίκρισιν και απεδέχθην ευγνωμόνως και την επίκρισιν και την συμβουλήν. Ευτυχώς δεν με είχε τυφλώσει η απατηλή επιτυχία τόσον, ώστε να μείνει ανωφελές το με τόσην λεπτότητα δοθέν μάθημα.

* Δημητρίου Βικέλα, Η Ζωή Μου.
* Βιέννη, ο κήπος του Μπελβεντέρε.

Και ξαφνικά ένα τηλεφώνημα, μια άφιξη, δυό μικρά ήρθαν στον κόσμο και η ομίχλη χάνεται, η τέχνη φαίνεται μάταιη μπροστά στο θαύμα.


* * * * * * *

16.12.09

η ζωή μου


Άλλως, δύναμαι να προσθέσω ότι απέφυγα πάντοτε τας καταχρήσεις, τας υποσκάπτουσας την υγείαν. Μόνον της οράσεως δεν εφείσθην όσον έπρεπε. Άλλ' εις τούτο πταίει ο αυτός ιατρός. Ήτο ο γνωστός Gueneau de Mussy, ο ιατρός της βασιλικής οικογενείας των Ορλεανιδών, την οποίαν παρηκολούθησεν εις την εξορίαν. Παρεκτός της επιστήμης του, ήτο αγαθός άνθρωπος - ευφής, ευγενής και ευπροσήγορος. Παρατηρήσας ημέραν τινά τους οφθαλμούς μου, με ηρώτησεν αν αναγιγνώσκω την νύκτα εις την κλίνην μου, και απηρίθμησεν όλας τας ολεθρίας συνεπείας της τοιαύτης κακής συνηθείας, παρακινών με να την παραιτήσω. Έπειτα, εψιθύρισε μυστηριωδώς: "Δεν αποκοιμούμαι ποτέ χωρίς να αναγνώσω". Εννοείται ότι ηκολούθησα το παράδειγμα και όχι το δίδαγμα του ιατρού μου. Τούτο συνέτεινε βεβαίως εις την εξασθένησιν των οθφαλμών μου, αλλά προς τι η όρασις, εάν δεν χρησιμοποιείται; Εάν πέπρωται να χάσω το φως των οφθαλμών, ας έχω τουλάχιστον την παρηγορίαν ότι τους εχρησιμοποίησα.

Το βιβλίο του Δ.Βικέλα Η Ζωή Μου από όπου το παραπάνω απόσπασμα, το πήρα 1 (ένα!!) ευρώ στο παζάρι των Δρόμων Ζωής. Είναι μικροσκοπικό, δερματόδετο μπλέ με χρυσά γράμματα, με άψογη εσωτερική εμφάνιση (γραμματοσειρά, επιμέλεια κειμένου).
Με έχει συνεπάρει αυτή η περίεργη γλώσσα την οποία πρώτη φορά διαβάζω, ένα μείγμα καθαρεύουσας και δημοτικής-διότι στο γλωσσικό ζήτημα κρατούσε μεσαία θέση, καταδικάζοντας τις ακρότητες των καθαρευουσιάνων και των δημοτικιστών-λέει στην εισαγωγή.
Επίσης μου φαίνεται πιο ενδιαφέρουσα από κάθε είδους μυθιστορία αυτή η περιγραφή της καθημερινότητας μιας εποχής μακρινής, είναι κάπως σαν να βλέπεις ταινία, ντοκιμαντέρ.
Με δυό λόγια απολαυστικό σε όλα, γλώσσα και περιεχόμενο.

* Ένα καφέ στη Βιέννη.


* * * * * * *

8.12.09

santa, baby... (*)


Μερικές ώρες, σαν τώρα που τα λέμε, σκέφτομαι πως άμα ζυγίσεις όλα τα καλά κι όλα τα κακά στη ζωή, βαραίνουν τόσο τα άσχημα η γκρίνια, τα αδιέξοδα, το στριμωξίδι, που καλύτερα θα ήταν να μπορούσες να κλείσεις τα μάτια και να σκεφτείς δε θέλω άλλο και να δωθεί ένα τέλος.
Μερικές φορές η ησυχία δεν είναι ωραία, το ψυγείο μόνο ακούγεται να γουργουρίζει κι η χύτρα με τον αρακά να σφυρίζει υπόκωφα. Το χρώμα της κουζίνας είναι τόσο ενοχλητικά καφεκίτρινο, το φως της οθόνης τόσο ενοχλητικά δυνατό, καμία σκέψη καφέ (ακόμα και σε χριστουγεννιάτικη κούπα των starbucks), βιβλίου, ευρωπαικής πρωτεύουσας ή καλοκαιριού, δεν φαίνεται ικανή να ισορροπήσει την τραμπάλα.
Γύραμε προς το τίποτα δε θέλω, μόνο να κλείσω τα μάτια και να κοιμηθώ, να ξεχάσω να σκέφτομαι.
Κάποιου είδος νεύρωση/ψύχωση είναι αυτό, ούτε που ξέρω πως τα λένε, ξέρω μόνο πως γίνεται όταν έχω να πάρω αποφάσεις, από μικρές του στύλ να πάω σουπερ μάρκετ σήμερα ή αύριο, μέχρι μεγαλύτερες-να πάω ταξίδι τώρα ή άστο γ' άλλη φορά, και πότε και πού.

(*) Eartha Kitt or Kylie Minogue


* * * * * * *

4.12.09

Αχ, στέππα, τι όμορφη που είσαι, που να σε πάρει ο διάολος!

-Έ, φτάνουν, φτάνουν πια οι κλάψες σου, γριά! Ο Κοζάκος δε γεννήθηκε για να χάνει τον καιρό του με γυναίκες. Εσύ δεν το 'χεις τίποτα να τους κρύψεις (τους γιους σου) μέσα στη φούστα σου και να στρογγυλοκαθήσεις πάνω τους, σαν την κότα στ'αυγά της. Τράβα, τράβα και στρώσε γρήγορα τραπέζι μ' ότι έχουμε. Και να σε δω, όχι γλυφιτζούρια ή τίποτα μελόπιτες ή παστέλια. Κουβάλα μας ολάκερο το κριάρι, φέρε τη γίδα και μέλι σαραντάχρονο! Και βότκα μπόλικη, βότκα χωρίς μπιχλιμπίδια, χωρίς σταφίδες κι άλλα τέτοια που μηχανεύεται το γυναικομάνι, μα βότκα άκρατη που ν'αφρίζει, να παίζει και να βράζει σα λυσσασμένη.

* Ταράς Μπούλμπα, Νικολάι Γκόγκολ, μτφ.Άρη Αλεξάνδρου.

* Street musician, Ostap Kindraczuk, playing the bandura, a Ukrainian zither on Old Market in Poznań.

Πρώτα άρχισα να διαβάζω το βιβλίο (χθές). Μετά (αμέσως) ενθουσιάστηκα. Άρχισα να κρατάω σημειώσεις για να δω που είναι αυτό το Σετς με τους Ζαποροζιάνους Κοζάκους και τι όργανο είναι αυτός ο μπαντουράς που παίζανε μαζί με το σαντούρι και τις στρογγυλές μπαλαλάικες.
Έτσι βρήκα τον Οστάπ Κιντραζουκ να παίζει στο δρόμο ντυμένος με την χαρακτηριστική φορεσιά των Κοζάκων -το φαρδύ κοζάκικο πανταλόνι, από κατακόκκινη ακριβή τσόχα, ήταν πασαλειμμένο με πίσσα για να φανεί καθαρά πως ο Κοζάκος δεν έδινε πεντάρα για τα ρούχα του- και την μακριά του τούφα που ξεπετιόταν από το ξουρισμένο του κεφάλι και ανέμιζε στον αγέρα.


* * * * * * *

1.12.09

πιο away

Το πρωί επιχείρησαν να μου πάρουν το πορτοφόλι από την τσάντα. Στο μετρό, ανεβαίνοντας τις κυλιόμενες. Είχα μείνει τελευταία και τρία μικρά πίσω μου-απόρησα που κόλλησε στην πλάτη μου ενώ γύρω ερημιά. Έκανα ένα βήμα μπροστά κι αυτό πάλι ένα βήμα κοντά μου. Τότε κατάλαβα, γύρισα και του είπα τι πας να κάνεις (το κουμπί της τσάντας μου ήταν ήδη ανοιχτό κι έτρεμα) και μου απάντησε στα ξένα, κάτι πως είναι Βούλγαρος και δεν καταλαβαίνει. Τρία μικρά ήτανε, στην ηλικία της ανεψιάς μου. Τον κοίταξα στα μάτια, ακόμα απορώ πως γίνεται να μην νιώθουν ντροπή. Από το πρωί αυτό σκέφτομαι. Νιώθω κάτι σαν βιασμένη.
* * *
Η πρώτη πελάτισσα της μέρας πήρε την κάρτα μου και το τηλέφωνο των παραπόνων δηλώνοντας πως δεν θα το αφήσει αυτό έτσι, θα το πάει δικαστικά. Διότι την ενημέρωσα ότι ο κοσμοτέ σταμάτησε να χρεώνεται στην κάρτα της (και έμεινε απλήρωτος) γιατί όταν δήλωσε (τηλεφωνικά) απώλεια κάρτας, η νέα κάρτα που βγήκε είχε άλλο νούμερο και όφειλε να ειδοποιήσει γιαυτό την κοσμοτέ. Εκείνη επαναλάμβανε συνεχώς πως “εδώ έχουμε σοβαρές δουλειές να κάνουμε και η τράπεζα “ψυχανεμίζεται”... Άσχετη εντελώς δεν είναι αυτή η λέξη?
Εγώ πάλι, τέρας ψυχραιμίας.
* * *
Η διπλανή μου συνάδελφος χώθηκε επιθετικά σε κουβέντα που είχα με πελάτισσα με σκοπό να τη βάλει στη θέση της-αφού δεν το έκανα εγώ και ήμουν πολύ μαλακή απέναντί της. Το αποτέλεσμα ήταν να της πω μην ανακατεύεσαι, δεν θέλω να μιλάς έτσι σε πελάτες, εγώ έχω άλλο τρόπο, άφησέ με ή πάρτην στο γραφείο σου και ανέλαβε εσύ. Και άρχισε τα τι εννοείς πως εγώ είμαι απότομη και αγενής, και της είπα μη βάζεις κουβέντες, δε σε χαρακτήρισα, είπα ξεκάθαρα τι ακριβώς ήθελα να γίνει, κι εκείνη συνέχισε κι άλλο, τι εννοείς πως είμαι τρελή και δεν μπορώ να συνενοηθώ...
Κάποιος θα τρελαθεί εκεί μέσα σύντομα πάντως, στα σίγουρα....
* * *
Έκανα και παρατήρηση-εγώ η τέλεια-στην αδελφούλα μου από το τηλέφωνο: αν ήταν η τελευταία μέρα της ζωής σου σήμερα, δεν θα μετάνιωνες πχ που δεν ήρθες μόνη σου Αθήνα, να σε πάω στη Στοά του βιβλίου και να κάνεις μόνη βόλτες στους δρόμους?
Ότι αρέσει σε μένα, δηλαδή, καμία σχέση με ότι εκείνη ονειρεύεται.
Και μετά σκέφτηκα, αν ήταν η δική μου τελευταία μέρα στη γη, θα μετάνιωνα που πέρασα τόσα χρόνια, τη μισή μου ζωή ακριβώς, εξηγώντας σε ανθρώπους που δεν έχουν την καλή θέληση να καταλάβουν τον τρόπο λειτουργίας μιας εταιρίας, τον οποίο δεν επέλεξα εγώ, ούτε τον επικροτώ, αλλά έτσι βρε παιδί μου έχουν τα πράγματα, και η εταιρία είναι ιδιωτική στο κάτω-κάτω, έχει τους κανόνες της, τον τρόπο λειτουργίας της, το τιμολόγιο της, τους λογής-λογής υπαλλήλους της. Έχει και τμήμα παραπόνων.


* * * * * * *

30.11.09

away

Έχει μια βδομάδα που έβαλα λαμπάκια στα παράθυρα.
* * *
Μου άρεσε πάρα πολύ η νέα ταινία του Γούντυ Άλλεν.
* * *
Έψαξα στο google maps να βρω το Austin του Τέξας όπου θα μετοικήσει-εν ευθέτω χρόνω- η κουμπάρα μου και μελαγχόλησα (ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ).
* * *
Κάνω λίστες, λίστες, με ψώνια, με δουλειές-που-έχω-να κάνω-αύριο, με πράγματα-που-πρέπει-να-γίνουν-στο σπίτι, με ταινίες που πρέπει να δω, να βρω, να γράψω, με βιβλία που πρέπει να διαβάσω, να αγοράσω, να δανειστώ, να μεταφέρω, να ξαναδιαβάσω. Δεν είναι φυσιολογικό αυτό. Χρειάζομαι θεραπεία.
* * *
Την τελευταία φορά που πήγα μόνη μου Θεσσαλονίκη (ξανά)διάβασα (σε ένα βράδυ) την “Πολυάννα και το παιχνίδι της χαράς” και κατάλαβα πρώτον γιατί μου αρέσουν τα Χριστούγεννα και δεύτερον γιατί είμαι έτσι όπως είμαι. Τρίτον, απόρησα που όταν είσαι μικρός δεν δίνεις δεκάρα για την μετάφραση: ένα βιβλίο σε συγκλονίζει για αυτά που λέει και μόνο.
* * *
Βλέπω συχνά εφιάλτες και φωνάζω στον ύπνο μου. Αυτό υποτίθεται πως είναι καλό γιατί έτσι το ξεμπλοκαρισμένο υποσυνείδητό μου βιώνει όσα με παιδεύουν και δεν τα στοιβάζει στο ασυνείδητο μου. Εγώ πάντως υποφέρω.
* * *
Δύο πράγματα με απασχολούν αυτό τον καιρό: ο χρόνος που φεύγει καθώς διαβάζω διαγώνια (και χειρότερα) όσα έχω στο ρίντερ μου και το στις πόσες σελίδες πρέπει να εγκαταλείπω ένα βιβλίο όταν δε μ'αρέσει. Αντιθέτως δεν με απασχολούν τα ταξίδια που δεν σχεδιάζω (απλά θέλω, ή όμως μπορεί και να μην θέλω) να κάνω.
Γενικά διανύω μια πολύ ήσυχη περίοδο. Ανισορροπίας.

* Η φωτογραφία είναι από την συστήνεται-ανεπιφύλακτα-ταινία away we go του Sam Mendes.


* * * * * * *