31.5.07

Ελπίζω να μην πονάει πια.

Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε (ελπίζω)
την πίκρια της ζωής.

* * * * * * *

Φοβάμαι πως, σε ώρα δύσκολη, όταν ο Άνθρωπός σου θα πονάει μπροστά στα μάτια σου, όταν θα πάει να χάνεται –που, να γινόταν σε κανέναν να μη δώσει η ζωή να ζήσει τέτοιο πόνο-, φοβάμαι πως τότε δύσκολα θα μείνεις συνεπής σε αποφάσεις…
Μόνο θα σκύψεις να δώσεις ότι έχεις, σ όποιον μπορεί να σου πουλήσει την παραμικρή ελπίδα ανακούφισης για τον δικό σου άνθρωπο… Ανθρώπινο είναι, τι να πω? Μπορεί να μην είναι σωστό, αλλά είναι (σχεδόν) φυσικό και ανθρώπινο.
Το μόνο που εύχομαι, είναι να βρεθείς εκείνη την ώρα μπροστά σε Άνθρωπο, όχι τόσο για να μην δεχτεί το φακελάκι, όσο για να βοηθήσει, να Θέλει να βοηθήσει, να Προσπαθήσει, μα και να Μπορέσει τελικά να βοηθήσει.

Μα, με τι λόγια, με τι συνθήματα να το ζητήσουμε αυτό? "Πιο πολλοί Άνθρωποι στον κόσμο"?

(Θυμώνω, θυμώνω διαβάζοντας το μπλογκ σου Αμαλία...
Που τη βρήκες τόση δύναμη, τόση αντοχή, τόσο κουράγιο?)





* * * * * * *

28.5.07

σταυρώνω τα δάχτυλα-να περάσει...

Να γινόταν, οι άνθρωποι που αγαπάμε να έμπαιναν μέσα σε μια γυάλα, να έμεναν εκεί, για πάντα ήρεμοι και δίχως προβλήματα...

Να γινόταν να τους παίρναμε τα δύσκολα-γιατί εμείς τα αντέχουμε, είναι δοκιμασμένο, να τα ευκολύναμε και να τους τα επιστρέφαμε λειασμένα…

Να γινόταν να κάναμε την καρδιά μας πέτρα, να μην πονούσε όταν οι αγαπημένοι μας είναι σ αυτά τα σταυροδρόμια της ζωής όπου φυσάει, και σε παίρνει και σε σηκώνει…

Να γινόταν αυτό το πνεύμα το άγιο, σήμερα, να τους έδειχνε πως «η αγάπη είναι ο μόνος τρόπος», να προσπεράσεις τα δύσκολα και να πας παραπέρα…

Δεν ξέρω τι να κάνω, δεν υπάρχει και τίποτα που να μπορώ να κάνω, οι αποφάσεις για τη ζωή του καθενός παίρνονται μόνο από τον ίδιο, οι άλλοι είναι μόνο θεατές...

Γέλασα πολύ σήμερα, το πρωί, πολύ, κελαρυστά, από την καρδιά μου. Και δε χτύπησα ξύλο…

Που να ήξερα πως μετά θα ερχόταν και θα ισορροπούσε με την ανησυχία και το βάρος που έχω τώρα-στην καρδιά μου…





* * * * * * *

24.5.07

Σήμερα η Αθήνα είναι σαν Θεσσαλονίκη!


Μ’ αρέσουν οι μέρες σαν τη σημερινή, που με κάνουν να θέλω να μείνω σπίτι, μέσα στο φως και τη ζέστη (μάλλον θαλπωρή είναι η λέξη), και να διαβάζω χωμένη στο κρεβάτι…

Μου λείπει αυτό τελευταία. Το να ξεκουράζομαι, και το να σκέφτομαι.

Πάω να πω ότι η τραμπάλα μου είναι μια πάνω, μια κάτω, ξανά αυτό το διάστημα, μα δεν είναι αλήθεια αυτό. Είμαι ήρεμη.

Η αλήθεια είναι πως μου λείπει ο χρόνος. Όλο κάτι κάνω, που είναι σημαντικό και σύντομα θα τελειώσει, και δε μου μένει καθόλου χρόνος να σκεφτώ, να χαζέψω, να διαβάσω, να γράψω, να ξεκουραστώ. Μια λέω πως τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό από το να έχω χρόνο για να σκέφτομαι, και πως οι δουλειές δεν τελειώνουν ποτέ, κι ύστερα πιάνομαι ξανά με τα άζαξ μπλε κι ώσπου να το πάρω χαμπάρι, έρχεται η ώρα για ύπνο…

Α, και σα να μην έφτανε αυτό, μ’ έχει πιάσει και με λογοκρίνω, συνέχεια. Πάνω που σκέφτομαι να γράψω, αμέσως τραβάω ένα χι από πάνω κι απορρίπτω...

Ας αφήσω τις γκρίνιες.
Πάω μια βόλτα στη Φωκυλίδου 12, στο cats and marbles.






* * * * * * *

9.5.07

σκεύη ηδονής

"κοκκινοσκουφίτσα"


Όταν δουλεύω στο εργαστήριο, νομίζω οτι μαγειρεύω νοητά, σαν να παίζω στη φανταστική μου κουζίνα, όπως τα κοριτσάκια παίζουν με τα πλαστικά κουζινικά τους.
Κάνω συνειρμούς μεταξύ Χαρακτικής και Μαγειρικής.
Η Χαρακτική έχει τους δικούς της κανόνες, τη δική της κουζίνα.
Προυποθέτει πειθαρχία σε όλα τα στάδια της δουλειάς, γνώση και συσχετισμό των υλικών.
Όλοι αυτοί είναι παράγοντες που οδηγούν τελικά σε ένα ενδιαφέρον εικαστικό αποτέλεσμα. Παίζω με τα χρώματα-υλικά και τα εργαλεία-σκεύη, διαπιστώνοντας συνεχώς την αμφίδρομη σχέση τέχνης και κουζίνας.


"πρωινό ξύπνημα"



"δραπέτες της κουζίνας"




"φακές"


Η έκθεση με τα σκεύη ηδονής της Τάσας Χαροκόπου
στον ΤΕΧΝΟΧΩΡΟ της Ένωσης Ελλήνων Χαρακτών
(Λεμπέση 4 & Μακρυγιάννη, στάση Μετρό Ακρόπολη)
θα διαρκέσει από 9 Μαίου έως 2 Ιουνίου 2007,
Τρίτη-Παρασκευή 18:00-21:00 & Σάββατο 12:00-15:00.


Μέχρι να γνωρίσω την Τάσα, δεν ήξερα τι είναι χαρακτική. Όχι πως τώρα ξέρω πολύ περισσότερα-για τη χαρακτική.
Ξέρω όμως ότι αυτοί οι πίνακες που σε μαγεύουν όταν τους κοιτάζεις, είναι γιατί μάγεψαν πρώτα την ίδια-μέσα της, και μετά μαγειρεύτηκαν-στο μυαλό της, και από τα χέρια της-κυριολεκτικά.

Χώρια που, αυτό που βλέπετε υπολείπεται του πραγματικού, γιατί η φωτογράφηση έγινε νύχτα και από κινητό τηλέφωνο…

Προσπαθώ να γράψω συγκρατώντας τον ενθουσιασμό μου, μα δεν τα καταφέρνω, αυτό που θέλω πραγματικά είναι να σας παροτρύνω να τους δείτε από κοντά!

Τα εγκαίνια χθες το βράδυ ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία για μένα, ήταν πιο πολύ μια συνάντηση φίλων, μια βραδιά γλυκιά-απ αυτές που σε προκαλούν να ξεχάσεις το αυριανό πρωινό ξύπνημα για τη δουλειά και να γυρίσεις στο σπίτι περπατώντας μέσα στα στενά…

Τι όμορφη που είναι η Αθήνα, σε μερικά σημεία της-ε, θα σκάσω αν δεν το γράψω!!
(Και-τι όμορφος δρόμος αυτή η Μακρυγιάννη!).



* * * * * * *

6.5.07

η αγαπημένη μου εποχή ΙΙ


Φέτος το Μάιο κλείνουν 33 χρόνια που πέθανε η γιαγιά η Αυγή.
Ήταν άρρωστη από το Φθινόπωρο? Τα Χριστούγεννα? Δεν θυμάμαι. Το μόνο που μπορώ να πω με σιγουριά είναι πως, από το Φεβρουάριο μέχρι το Μάιο, εμείς (οι μικρές) μετακομίσαμε στης θείας το σπίτι (που ήταν απ έξω ασοβάτιστο και φαίνονταν τα τούβλα, και μέσα ένας παράδεισος γεμάτος βιβλία, καναπέδες, ντιβάνια και δροσιές). Γιατί κοιμόμασταν στο ίδιο δωμάτιο με τη γιαγιά, και η γιαγιά φώναζε τα βράδια, έμαθα πρόσφατα από τη μαμά. Και γιατί η ίδια δεν θα είχε το κουράγιο-ξενυχτισμένη να μας φροντίζει-φαντάζομαι.

Όταν επιστρέψαμε στο σπίτι μετά την κηδεία, (η μικρή εξήμιση κι εγώ οκτώ), τα σεντόνια στα κρεβάτια ήταν καινούργια, γεμάτα ροζ τριαντάφυλλα-κι ένα είχε γαλάζια. Αυτά τα σεντόνια είναι το σημάδι της υπόλοιπης ζωής μας, που ξεκίνησε από τότε.
Ποιο ένστικτο είχε οδηγήσει την-κουρασμένη και άμαθη-μαμά μας να αλλάξει τα σεντόνια του σπιτιού?
Έχω ακόμη μέσα μου κρατημένη τη γλύκα του ξεκινήματος, της αλλαγής, το ροζ και το πράσινο των φύλλων, τον ήλιο του Ιουνίου στο δωμάτιο. Σχεδόν καθόλου δεν έχω κρατήσει την απουσία.





* * * * * * *

2.5.07

η αγαπημένη μου εποχή Ι

Είναι σίγουρο ότι η ζωή είναι το τώρα? (κι όχι το πριν? ή το μετά?)

* * * * *

Ανοίγεις ένα συρτάρι και μεταφέρεσαι είκοσι, τριάντα χρόνια πριν. Σκονισμένες φορολογικές δηλώσεις, βιβλιάρια υγείας ανθρώπων που δε ζουν πια, βιβλιάρια τραπεζικών συναλλαγών σταματημένα σε ποσά που δεν υπάρχουν, όπως δεν υπάρχουν πια και οι κάτοχοι.

Γράμματα από το εξωτερικό, φωτογραφίες σε τραπέζια με άγνωστες γιαγιάδες, με ξαδέλφες, σε βελούδινα σαλόνια, μουτρωμένοι έφηβοι…

Σημειώσεις για το πως χτίστηκαν σπίτια, συμβόλαια, συμβόλαια και πυρασφαλιστήρια.

Και ξαφνικά δεν είμαι πια με φόρμες και βρώμικα χέρια καθισμένη στα σανίδια, είμαι μικρή, είμαι ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν ξέρω, και θέλω να μεγαλώσω.

Ακούω στ΄ αυτιά μου τα ονόματά τους, με κοιτούν μέσα από τις φωτογραφίες, βλέπω το γραφικό τους χαρακτήρα, την τάξη τους, το παρελθόν τους. Αριστεία, ένα παλιό ρολόι, ένα lower, ενοικιαστήρια συμβόλαια σπιτιών που έχουν πουληθεί, αποκόμματα συντάξεων, βεβαιώσεις πληρωμών στην εφορία. Που είναι οι άνθρωποι? Όλα αυτά ήταν σημαντικότερά τους? Γιατί έχουμε τόσες αποδείξεις για το πως ζούσαν και δεν έχουμε τους ίδιους?

Να τα πετάξω, όλα να τα πετάξω, να μην υπάρχουν. Από τη μία, αυτό.
Από την άλλη, θα τα κρατήσω, γιατί, να το αποτέλεσμα, το διαβάζετε, αυτά τα άχρηστα χαρτιά είναι που γέμισαν το δωμάτιο γύρω μου με σκιές, ή για να είμαι πιο ακριβής, με πήγαν πίσω τριάντα χρόνια, σε μια οικογένειά που δεν την γνώρισα αλλά ήταν σαν να έβλεπα την δική μου.

Τους μπλε φακέλους του μπαμπά -με τα αυτιά, απ΄ έξω να γράφει με τάξη τα περιεχόμενα, και μέσα να έχει αποδείξεις κρατημένες, για-τα-πάντα.
Κι εγώ μουτρωμένη έφηβη στο βελούδινο σαλόνι, να πνίγομαι και να θέλω να μεγαλώσω.





* * * * * * *