Όταν μου είπες πως θα έπρεπε να έχω παραιτηθεί από αυτή τη δουλειά από τότε που προσλήφθηκα γιατί από πάντα δεν μου άρεζε και δυσκολευόμουν να προσαρμοστώ, ζεματίστηκα. Όχι γιατί είχες άδικο. Ίσα-ίσα, απόλυτο δίκιο είχες. Νομίζεις πως εγώ δεν το κατάλαβα, πως χρειαζόταν κάποιος να μου το πει; Αυτό είναι που με έχει φέρει σε απόγνωση τον τελευταίο καιρό, το ότι και πριν ένα χρόνο το ίδιο τραγικά περνούσα, και πριν πέντε χρόνια δυσκολεύτηκα να προσαρμοστώ στην αλλαγή θέσης, και πριν είκοσι χρόνια έβλεπα εφιάλτες τα βράδια. Άρα, δεν είναι η δουλειά που φταίει, είμαι εγώ που δεν κάνω γιαυτή τη δουλειά. Μα παρόλαυτά δεν επέλεξα να την αλλάξω, ούτε επέλεξα να αλλάξω τον εαυτό μου (λες και θα μπορούσε να γίνει αυτό…). Ούτε όμως εγκαταλείπω τη μάχη, να πάψω να ασχολούμαι: πολεμάω, πασχίζω, να βγάλω μιαν άκρη, να βρω τρόπο να τοποθετήσω τον εαυτό μου σε σχέση με τους ανθρώπους, με τους πελάτες, με τους συναδέλφους, με τους στόχους, με έναν σκοπό που δεν είναι ο δικός μου μα πρέπει να τον χορέψω.
Το ξέρω πως σου είναι αδύνατον να πεις άλλο παρά αυτό που σκέφτεσαι, και πως δεν είχες άδικο-προχθές, μα δεν είναι εύκολο για μένα να το αντέξω. Δεν με ωφελεί το να μου φέρουν κατάμουτρα την αδυναμία μου-αυτή την ξέρω από μόνη μου. Από την άλλη, ούτε χάδια και παρηγοριές χρειάζομαι-ούτε στο ελάχιστο. Ένα τρόπο να βγω από το λαβύρινθο που μέσα του μπερδεύομαι ψάχνω, απλά.
Εκείνη τη νύχτα λοιπόν, σε είδα στον ύπνο μου, πρώτη φορά από τότε που σε ξέρω, από το πάντα δηλαδή. Μου έφερες σοκολάτες κι ένα κουτί σοκολατάκια λάκτα, απ΄αυτά που είναι καρδούλες. Δεν το κατάλαβα ότι ήταν όνειρο, μα το πρωί ξύπνησα πιο ανάλαφρη, με ένα χαμόγελο, μια ανακούφιση, που τον λύσαμε- για ακόμη μια φορά τον κόμπο. Μάλιστα έλεγα, τι καλά που έκανε το πρώτο βήμα, γιατί εγώ δεν θα το έκανα, όχι, καλύτερα μόνη, χωρίς κριτικές και επικρίσεις, μπορώ. Το πρωί στο δρόμο -δεν θυμάμαι αν ήταν μέσα στο αυτοκίνητο ή στο μετρό, έτσι που είμαι αλαφιασμένη και ζαλισμένη από το ξύπνημα-, εκεί που το γύριζα στο μυαλό μου, ξαφνικά κατάλαβα: μα ήταν όνειρο. Όνειρο; Ναι, για προσπάθησε να θυμηθείς… Όχι, δεν συναντηθήκαμε, ούτε τηλεφωνηθήκαμε, όνειρο ήταν. Και στεναχωρήθηκα, ξανάπεσε ένα βάρος επάνω μου, αλλά πάλι δεν σου τηλεφώνησα.
(Σήμερα πήρα μειλ από τη Γερμανία: Den mporo na perigrapso ti pernao, polles fores nimizo oti einai ena kako oneiro kai oti tha ksipniso to proi kai ola tha einai opos prin.Na eisai panta kala kai na min stenaxoriesai kai na min griniazeis gia tipote.Ola einai mataia.H eftixia einai sta poli apla, poli kathimerina pragmata, emeis den to katalavenoume.)
* * * * * * *
1 σχόλιο:
Γιατί δεν πήρες τηλέφωνο;
Η γκρίνια δεν είναι απαραίτητα αρνητική, αν λειτουργεί εκτονωτικά. Αρκεί να υπάρχει συνέχεια, μια "lacta" συνέχεια.
Δημοσίευση σχολίου