22.7.10

η ομίχλη είναι για να βαδίζεις μέσα σ'αυτήν



Αναρωτιέμαι πως βλέπουν τά μάτια κάποιου που δεν έχει ζήσει σ'αυτή την πόλη, αυτές τις εικόνες, αυτά τα λόγια.

* * *

Τρία χρόνια στην Αθήνα-δεν έχει ομίχλη ποτέ: ούτε το πρωί-ούτε ποτέ, ποτέ.

* * *

Πρωινά στη Σοφούλη, έξω από την Τράπεζα-τρέμω σαν το ψάρι από την υγρασία που φτάνει ως το κόκκαλο. (Μετά-ευτυχώς-, βγαίνει ο ήλιος, ανοίγει το Τρέ Μαρίε με τους best of the best καπουτσίνους.)

Πιο παλιά, πρωινά στο παράθυρο του πατρικού μου, δεν φαίνεται ούτε καν η απέναντι πολυκατοικία απ'την ομίχλη. Και δε χωράει στο μυαλό μου πως πάλι, πάλι, π ά λ ι στη δουλειά. (Πέρασαν 23 χρόνια, και πάλι, πάλι.)

Ακόμη πιο παλιά, χριστούγεννα, βόλτες στην Άνω Πόλη, τα χριστουγενννιάτικα φώτα παίζουν όμορφα με την ομίχλη. Η ζωή μπροστά σαν λευκό τετράδιο.

Νοέμβριοι στο λιμάνι (φεστιβάλ κινηματογράφου), με το κεφάλι κάτω μετρώ τις πέτρες του δρόμου, μ ό ν η-ευτυχισμένη, τρέχω να χωθώ στην αιθουσα και αναρωτιέμαι πως γίνεται ακόμη κι ο καιρός να μοιάζει με σκηνοθετημένο ντεκόρ ταινίας.

* * *

Ωραία που τώρα δεν είναι τότε, που εδώ δεν έχει ομίχλη ποτέ.

Το βίντεο το βρήκα εδώ.

21.7.10

εδώ να μείνεις


Το φουστάνι μου είναι μπλέ.
Τα γόνατά μου είναι γεμάτα φακίδες. Νιώθω το πρόσωπό μου πιο όμορφο αυτές τις μέρες που είναι ελεύθερο από μεικ απ.
Τα πράγματα είναι στις θέσεις τους: αυτά που έχω, αυτά που θέλω, αυτά που είμαι, αυτά που μπορώ. Είμαι καλά.
Μ'αρέσουν τα νεκταρίνια-ακόμα και τα λευκόσαρκα.
Βουτάω τα χέρια μου στα νερά-βρίσκω μιαν αιτία-κάθε λίγη ώρα, κάθομαι λίγο στον υπολογιστή και σηκώνομαι, κάθομαι λίγο στο μπαλκόνι και ξαναμπαίνω μέσα.

Σήμερα ένιωσα πως είτε τη Θηβών βλέπεις από το μπαλκόνι, είτε τη θάλασσα, το καλοκαίρι, είναι το ίδιο: η ζέστη είναι ίδια, το βιβλίο στα γόνατα, η ερημιά, το απόγευμα, το αεράκι.
Οι πελάτες μου δε βγαίνουν από το μυαλό μου αυτες τις μέρες-αν γινόταν θα 'κανα τηλεφωνήματα και συνενοήσεις και-το-απόγευμα, σημειώνω νοερά στο μυαλό μου συνέχεια τι θα κάνω αύριο. Κι αυτό-το φρικτό (άγχος), δε μου φαίνεται τόσο φρικτό.
Λόγω της ζέστης δεν πεινάω καθόλου. Κολλάω ολόκληρη, μα δεν πειράζει.
Διαβάζω το middlesex και είμαι ενθουσιασμένη-σαν να βλέπω μια ταινία διαρκείας, μια σειρά, δεν βλέπω την ώρα να ξαναβυθιστώ μέσα του.

19.7.10

τυρκουάζ



Tο Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης είναι ένα τμήμα του Μουσείου Μπενάκη που στεγάζεται σε ένα αναπαλαιωμένο κτήριο στην οδό Αγίων Ασωμάτων.

Είναι υπέροχη η Αθήνα όταν είναι άδεια, καλοκαίρι, Σάββατο, νωρίς το πρωί: έφτασα στο σταθμό του Θησείου κανένα τέταρτο πριν το ραντεβού μου. Έκατσα σ'ένα τσιμεντένιο παγκάκι, κάτω από ένα γιασεμί, και δεν το πίστευα πως μπορεί όλα γύρω να είναι τόσο όμορφα.

Το μουσείο είχε 4 ορόφους: χαζέψαμε τα αντικείμενα ισλαμικής Τέχνης (για τα οποία ΔΕΝ είχαμε πάει) και τις ζωγραφιές της Άννας Μπογκιγκιάν (για τις οποίες είχαμε πάει και οι οποίες ήταν τοποθετημένες ανάμεσα στα μόνιμα/ισλαμικά εκθέματα).

Έχει χαλιά και πόρτες ξυλόγλυπτες, καφασωτά παραθύρων απ'όπου έμπαινε ο ήλιος κι έβγαινε σε σχέδια από την άλλη πλευρά, μεταλικούς αστρολάβους και πυξίδες (γιατί ασχολούνταν με την αστρονομία), σκαλιστές μπιζουτιέρες από ελεφαντόδοντο, μαντεμένια κανάτια, κι εφυαλωμένα (αυτη τη λέξη την έμαθα εκεί: σημαίνει γυαλωμένα) σκέυη κουζίνας, κυρίως τυρκουάζ.

Το καφέ του Μουσείου βρίσκεται στον 5ο όροφο και είναι ανοικτό από τις 9 το πρωί, για όλους (όχι μόνο τους επισκέπτες του μουσείου).
Βλέπεις από την Ακρόπολη και το αστεροσκοπείο μέχρι το Γκάζι, κι όλο τον αρχαιολογικό χώρο του Θησείου πανοραμικά.





14.7.10

γαλάζιος ουρανός


Ο Jan Steen ζωγράφισε στη ζωή του (1626-1679) 800 πίνακες εκ των οποίων σήμερα σώζονται οι 350.
Είναι αυτό το στυλ που μου αρέσει περισσότερο από όλα: Dutch painting. Για δείτε τα πρόσωπα, τα ρούχα, τα χρώματα: αυτός ο κοκκινοντυμένος αριστερά δεν είναι σαν να βγήκε από πίνακα του Bruegel;

Ζωγράφισε σκηνές-σα-ζωντανές, η καθε μιά τους γεμάτη πολύτιμες πληροφορίες για την εποχή: τα ρούχα, τα χτενίσματα, η διακόσμηση των σπιτιών, ο τρόπος ζωής, τα ήθη, οι σχέσεις των δύο φύλων.

Μα αυτός ο γαλάζιος ουρανός πάνω από το παιχνίδι με τις μπάλες, μου έκλεψε την καρδιά!







13.7.10

το φορτηγάκι του πυρετού


Ψάχνω για πληροφορίες για τον Laurence Stephen Lowry, ένα ζωγράφο που αγνοούσα μέχρι πριν λίγο καιρό: ένας πίνακας του στην Walker Art Gallery του Liverpool με καθήλωσε για ώρα μπροστά του, ήταν από αυτούς που σου προκαλούν σκέψεις όπως "Τον θέλω, θέλω να Τον βλέπω συνέχεια, δεν τον χορταίνω. Γιατί όμως, άραγε;" και "Aς μείνω εδώ τώρα, να τον δώ όσο περισσότερο γίνεται, να χορτάσουν τα μάτια μου, κι ας μη ρίξω καν μια πεταχτή ματιά στους υπολοίπους του μουσείου, γιατί πιθανότατα ποτέ πια δεν θα ξανάρθω, δεν θα τον ξαναδώ ποτέ πια".

Στη βιογραφία του στην wikipedia αναφέρει για τον πατέρα του ζωγράφου: a withdrawn and introverted man who Lowry once described as "a cold fish" and "(the sort of man who) realised he had a life to live and did his best to get through it."










Έζησε μια προσωπική ζωή πολύ μοναχική-γιατί ζωγραφίζει συνέχεια κόσμο στο δρόμο; Μάλλον θα στεκόταν με τις ώρες στο παράθυρο...

8.7.10

ευτυχισμένη στη Βιέννη

Πήγαμε με τα πόδια από το ξενοδοχείο στο σπίτι του Φρόυντ-το θέλαμε και οι δύο διότι μας ενδιαφέρει πολύ η ψυχανάλυση.
Τελικά το μόνο που άξιζε ήταν η βόλτα μας καθεαυτή-διότι απομακρυνθήκαμε λίγο από το τουριστικό κέντρο και μπήκαμε σε γειτονιές κατοικημένες από ντόπιους. Το σπίτι το ίδιο ήταν μια μπαρούφα: ένα άδειο κτήριο με φωτογραφίες και ένα βίντεο να παίζει. Παρολαυτά, δε μπορώ να πω, μου σηκώθηκε λίγο η τρίχα που πάτησα όπου πατούσε για 40 χρόνια ο Φρόυντ-και οι τόσοι διάσημοι ψυχαναλυόμενοι ασθενείς του...
Από το πρωί που ξεκινήσαμε κι όσο πηγαίναμε, όλο και αυξανόταν ο ρυθμός που χιόνιζε.
Όταν βγήκαμε από το μουσείο ήθελα να ξαναγυρίσουμε στο κέντρο με τα πόδια-η Πόπη ήθελε να πάρουμε μετρό ή ταξί γιατί φοβόταν μην ξυλιάσουμε. Το κουβεντιάσαμε λίγο, σκεφτήκαμε να πάει η καθεμιά όπως θέλει και να συναντηθούμε στο ξενοδοχείο, τελικά περπατήσαμε...

Πρέπει να με δει κανείς να περπατάω σε μια ξένη πόλη κι επίσης να με δει όταν χιονίζει: χαμογελάω μέχρι τ'αυτιά, χοροπηδάω, νιώθω να πετάω από την ευτυχία!
Ε, σκέψου πως είμαι άμα αυτά τα δύο συμβαίνουν ταυτόχρονα...

(Αρκεί να σκεφτώ χιόνια και χριστούγεννα, κι η ζωή μου φαίνεται όμορφη, ήρεμη, με λαμπάκια...)

7.7.10

ya no estοy sοla

Είχε γενέθλια η Φρίντα σήμερα, λέει εδώ.

Η Φρίντα η μικροκαμωμένη, που γοήτευσε τον Τρότσκι.
Η Φρίντα του ατυχήματος πέρα από κάθε φαντασία και της φαντασίας πέρα από τον πόνο-πόσο πιθανό είναι να σου διαπεράσει ένα σίδερο τη μήτρα , να βγεί από την άλλη και να ζήσεις, για να το ζωγραφίζεις ξανά και ξανά;
Ωωωω, πόσο βασανίστηκε αυτή η κοπέλα, είναι απίστευτο, μα το πιο απίστευτο είναι το κέφι που είχε για ζωή-παρόλες τις εγχειρήσεις και τους πόνους της.

Το κέφι με το οποίο τραβούσε στο κρεβάτι τον κολλητό της πριν ακόμη τελειώσουν το σχολείο, η χρωματιστή αυλή της, αυτός ο απαίσιος βάτραχος (*) που ερωτεύτηκε τόσο απόλυτα και για πάντα (αν και το δικό της πάντα κράτησε πολύ λίγο), οι δύο Φρίντες, οι Φρίντες με τα φίδια στο λαιμό, με τα ψαλίδια και τα αίματα, με τον Ντιέγκο στην αγκαλιά, στο μυαλό, στα κύταρα...
Αααα, η Φρίντα του ταγκό...

Και τι παράξενο: η Φρίντα που έζησε τόσο λίγο, τόσο επώδυνα, το πρώτο που μου φέρνει στο μυαλό είναι "η Φρίντα της Ζωής".

(*) που όμως ζωγράφιζε μαγικά... Άραγε ερωτευόμαστε αυτό που είναι οι άνθρωποι ή αυτό που μας κάνουν να νιώθουμε;

6.7.10

κάτω απ' τη βάση

Τόσο χρονώ, πείτε μου, πως γίνεται ακόμη να μην μπορώ να δω καθαρά την πραγματικότητα; Να φτιάχνω ένα σχέδιο και να ζω μέσα του;
Βέβαια κάπου-κάπου, η κουρτίνα κουνιέται, υποψιάζομαι την αλήθεια, μα αμέσως με καθησυχάζω: δεν είναι έτσι, όχι, εσύ βλέπεις με τα μάτια της καρδιάς, όχι του μυαλού, πιστεύεις μόνο στην αναμφισβήτητη αξία που έχει οτιδήποτε σε κάνει να χαμογελάς ευτυχισμένη.

Επειδή τις αγαπώ τόσο, επειδή είμαστε τόσο κοντά με την μαμά τους, επειδή ήμουν δίπλα τους από το πρώτο λεπτό που γεννήθηκαν, πριν ακόμη ανοίξουν τα ματάκια τους στον κόσμο κι έβγαλα τις πρώτες φωτογραφίες τους. Άραγε χρειάζεται να πω κι άλλα επειδή; Τι πάω να δικαιολογήσω και σε ποιόν;
Επειδή λοιπόν, παρόλο που έχουν κι άλλη μια θεία κι έναν θείο, νόμιζα πως εγώ είμαι "πιο θεία" από τις άλλες, κάτι σαν δεύτερη μαμά. Που είμαι δηλαδή, κατά κάποιον τρόπο, το ξέρω, δεν το αμφισβητώ.
Δεν αμφισβητώ την αγάπη τους, όχι. Αλλά περίμενα να με πάρει τηλέφωνο και να μου πει θεία, έτσι έγραψα, τόσο και τόσο, έτσι σκέφτηκα, έτσι ένιωσα, αυτά σχεδιάζω.

Τι περιμένεις κι εσύ, θα μου πεις... Τον εαυτό σου κοροιδεύεις-πάλι. Αφού την ώρα που βγήκαν οι βαθμοί εσύ πνιγόσουν από σοβαρότατα προβλήματα με κάρτες, δάνεια και καθυστερήσεις-ούτε ένα λεπτό δε δίνεις στους δικούς σου να σου μιλήσουν στη δουλειά: "Λέγε, έχω πελάτη, είναι επείγον; θα σε πάρω μετά".

Ούτε είναι τραγικό, ούτε την αγάπη μου μειώνει, δεν είναι αυτό που με πειράζει.
Είναι που καταλαβαίνω ότι κοροιδεύω τον εαυτό μου, είναι που τόσο χρονώ άνθρωπος και δεν έχω αλλάξει ούτε χιλιοστό από όταν άρχισα να σκέφτομαι: αφελής, πιστεύω ότι θέλω, ότι σκέφτομαι και μ'αρέσει το παίρνω για πραγματικότητα.

Έτσι έχουν τα πράγματα, λοιπόν. Και, δεν είναι σημερινό, είναι μέρες που γυρίζει στο μυαλό μου αυτή η σκέψη: εγω μπορεί να μην έχω δικά μου παιδιά αλλά ΕΧΩ δικά μου παιδιά, ευτυχώς, δόξα τω θεώ, τα λουλουδάκια μου, τα δικά μου λουλουδάκια...
Κι ας τρέχει πάντα ένα διαβολάκι στο τέλος της σκέψης μου, τα λόγια που άκουσα τόσες φορές, αν δεν έχεις δικό σου παιδί, δεν μπορείς να καταλάβεις πόσο μπορείς να αγαπήσεις έναν άνθρωπο. Όχι, δεν μπορώ, μάλλον.
Όμως, προχθές που κρατούσα τα δίδυμα στην αγκαλιά μου, μια τον έναν και μια τον άλλον, σκέφτηκα (ξανά) πως δεν είναι ανάγκη να είναι δικό μου ένα παιδί για να το αγαπήσω, ακόμα και μεγάλο να το γνώριζα, έχω τόση αγάπη που θα γινόμουν χαλί, χαλί.

Άραγε είναι ψευδαισθήσεις μου αυτές οι σκέψεις;
Δεν υπάρχουν απαντήσεις σ'αυτά τα πράγματα. Εγώ πιστεύω μόνο στις πράξεις, στις αγκαλιές.
Και δεν θα πάω σε κανέναν γιατρό-θα περάσει.

Σήμερα ήταν μια άσχημη μέρα. Μια απ'αυτές που το γλυκολέμονο γεμίζει δηλητήριο.
Έχασα την ισοροπία πάλι, μα θα την ξαναβρώ.

Θα πάρω τώρα τηλέφωνο να δω πως έγραψε το μωρό μου. Και αν είναι καλά.

* * * * *

Έκλεισα τα σχόλια, να με συγχωρείτε. Έτσι κι αλλιώς έναν μονόλογο κάνω εδώ μέσα, ένα παραμιλητό, για να βγούν από μέσα μου τα λέω, μπας κι όταν τα δω γραμμένα ξορκιστούν, μπας κι αλλάξουν σχήμα οι σκέψεις μου και λυθεί ο κόμπος.
Έτσι κι αλλιώς αυτό το ετοιμόρροπο μπλογκ κλυδωνίζεται πολύ τον τελευταίο καιρό, τη βγάζει-δεν τη βγάζει.

4.7.10

δεν ξεκίνησα για τίποτα

1929
Τον Οκτώβριο πεθαίνει ο πατέρας του. Μπαρκάρει ναύτης στο φορτηγό πλοίο «Άγιος Νικόλαος»: «Δεν ξεκίνησα για τίποτα. Μ ο ν ά χ α - γ ι α - ν α - τ α ξ ι δ ε ύ ω . Εκείνοι που μαζί πρωτομπαρκάραμε, σε τέσσερα χρόνια πήρανε το χαρτί τους, εσύ το ίδιο. Εμένα μ’ άρεσε η πλώρη. Η ξενοιασιά. Πιάσανε πολλοί πατριώτες μας καπετάνιοι να με συμβουλέψουνε. Άλλοι με κοροϊδεύανε και με δαχτυλοδείχνανε. Με πήρε το φιλότιμο. Ετοιμάστηκα να πάρω του τρίτου. Τότε συνάντησα έναν εφοπλιστή, ξάδελφο της μάνας μου. Ο μόνος άνθρωπος που με καταλάβαινε και με συγχωρούσε. Μου ʼδινε πάντα δουλειά, χωρίς να με ρωτάει γιατί ταξιδεύω. Του τα ʼπα. Να γίνεις μαρκονιστής, μου ʼπε. Απο να σπάσουμε μια πλώρη, καλύτερα να τσακίσουμε έναν ασύρματο. Έπινα... καταλαβαίνεις...» (Βάρδια).

Από τα αφιερώματα σε μεγάλους λογοτέχνες του ΕΚΕΒΙ, αυτό για τον Νίκο Καββαδία.

* * *


Νομίζω πως ποτέ, όσα χρόνια δουλεύω, δεν ευχαριστήθηκα άδεια τόσο πολύ.
Και το τρομερό είναι ότι δεν έγινε τίποτε λιγότερο ή περισσότερο από τις άλλες φορές: ήταν απλά θέμα απόφασης, ξεκίνησα αποφασισμένη να περάσω καλά. Όχι τόσο γιατί χρειαζόμουν ξεκούραση όσο γιατί χρειάζομαι να περνάω καλά στη ζωή μου, ΠΙΑ.

Μέχρι και όλη την διαδρομή της επιστροφής, πετούσα στα σύννεφα.
Μα σήμερα, με έχει πιάσει από το πρωί αυτή η τσατίλα που θα ξαναγυρίσω στην πραγματική δουλειά, στα στεγαστικά εννοώ, και στους πελάτες...
Ξέρω πως μέσα σε 5-10 λεπτά θα έχουν σβήσει και οι διακοπές και οι θάλασσες και το γαλάζιο, και θα είναι σαν να δεν είχα φύγει ποτε. Αλλά τώρα, δεν είμαι καλά: έχω άγχος, κοιτάζω και ξανακοιτάζω την τσάντα μου, αν τα έχω πάρει όλα, αν ρύθμισα το ξυπνητήρι...
Άει στο καλό πια...

3.7.10

(Επίσης, γυρίσαμε με μία τσάντα επιπλέον...)

Εδώ μέσα έχει ένα θησαυρό: σε ράφια μέχρι το ταβάνι, σε στίβες στο πάτωμα, ότι βιβλίο μπορείς να φανταστείς και να θελήσεις, σε απίστευτες τιμες.
Πήρα το Bleak House του Ντίκενς και το Wuthering Heights της Έμιλυ Μπροντέ: σύνολο 7,5 λίρες. Χαρά: ανυπολόγιστη.

To βιβλιοπωλείο βρίσκεται στην Fossgate street στο York: ο ιδιοκτήτης κατάλαβε ότι μιλάμε ελληνικά γιατί, όπως μας εξήγησε, έζησε ένα χρόνο στην Ελλάδα πριν από μερικά χρόνια, δουλεύοντας σαν καθηγητής σε frontistirio (έτσι το είπε) στην Τρίπολη!

Επίσης πήρα μια συλλογή διηγημάτων της Maeve Binchy, το Τhe Return Jurney και το πιο πρόσφατο βιβλίο της Amy Tan, το Saving Fish From Drowning: και τα δύο new (κι όχι used όπως τα παραπάνω), σύνολο 15 λίρες.

1.7.10

οι καρδιές είναι ατού

Sir John Everett Millais (1829-1896)


Η Ελίζαμπεθ, η Νταιάνα και η Μαίρη, κόρες του Γουόλτερ Άρμστρονγκ Σκωτίας-και-Λονδίνου, ήταν γύρω στα είκοσι όταν τις ζωγράφισε ο Millais.
Η Μαίρη κρατάει τα περισσότερα ατού και κοιτάζει προς τον θεατή: διατυπωμένος έτσι με αβρότητα ο ανταγωνισμός μεταξύ των τριών αδελφών προς ανεύρεση συζύγου!

* * *

Παιδεύτηκα πολύ να πετύχω ένα καθαρό-και-οικονομικό ξενοδοχείο στο Λονδίνο. Νομίζω ότι το πέτυχα τελικά: Castleton Hotel, όπως κοιτάς το χάυντ πάρκ, από την πάνω μεριά του, ακριβώς στη μέση, ένα δρόμο πάνω από το πάρκο (γωνία Sussex Gardens και London street).
Πολύ (ευχάριστα και χρήσιμα) κοντά στο σταθμό Paddington.

Τhe room:



and the view: