17.5.08

ο Μάιος των εξετάσεων

Πρέπει να διαβάσω, γιατί το άλλο Σάββατο γράφω εξετάσεις, για τη δουλειά μου . Δεν έχω καμία διάθεση να αποστηθίσω ορισμούς. Θέλω έναν καφέ και να κοιτάζω τον τοίχο (ή την οθόνη).

Πέρασαν 24 χρόνια από κείνο το Μάιο των Πανελλαδικών, που η μαμά μού έφερνε καθαρισμένα καροτάκια και χυμούς πορτοκάλι κάθε λίγο, που είχα τα πατζούρια του δωματίου κατεβασμένα όλη τη μέρα για να μη μπαίνει φως, και την πόρτα κλειστή, και ούρλιαζα στην αδελφή μου όποτε άνοιγε να μπει μέσα.

Προς τι όλα αυτά; Ούτε να μπω στο Πανεπιστήμιο ήθελα-όσο συνειδητά θα έπρεπε. Να τελειώνουν μια ώρα αρχύτερα οι εξετάσεις ήθελα, κι όσο το δυνατόν πιο αίσια, ώστε να μη χρειαστεί να ξαναπεράσω τη διαδικασία του διαβάσματος και των εξετάσεων.
Και επαναλαμβάνω, προς τι όλα αυτά; Άντε και πέρασα, και με καλή σχετικά σειρά (30 στους 300), στην πρώτη σχολή της επιλογής μου. Ήμουν τόσο σκασμένη από το διάβασμα και τόσο αδιάφορη για τη σχολή όπου πέρασα, που δεν ξαναδιάβασα ποτέ από τότε. Πέρασα τσάτρα-πάτρα μερικά μαθήματα, και να ‘μαι τώρα, 24 χρόνια μετά, χωρίς πτυχίο, με 21 χρόνια δουλειάς στην πλάτη μου, στο κατώφλι της σύνταξης.

Τώρα ξέρω πως το επάγγελμα (και οι σπουδές) πρέπει να επιλέγονται με βάση όχι τις ικανότητες αλλά τις επιθυμίες των ανθρώπων. Τι να το κάνω που ο μπαμπάς μου πίστευε πως η εξυπνάδα και η τεμπελιά μου θα επενδύονταν σωστά στο επάγγελμα μιας καθηγήτριας μαθηματικών;

Το ότι μπήκα στη σχολή το χάρηκα, δε λέω, όσο περισσότερο γίνεται. Ήταν οι 3 μεγάλες απορίες της ζωής μου, μοναδικές για τον καθένα μας και αδύνατον να απαντηθούν παρά μόνο όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου: πως θα είναι την πρώτη φορά που θα κάνω έρωτα, αν θα μπω στο πανεπιστήμιο και πως θα είναι όταν γεννήσω. Οι δύο πρώτες απαντήθηκαν. Δεν έχω και μεγάλο ενθουσιασμό για καμία τους, οπότε κατά κάποιο τρόπο τώρα πια αδιαφορώ και για την τρίτη.

Αντί να διαβάζω για ασφάλειες, κάθομαι και γράφω ημερολόγιο. Και μάλιστα το βρίσκω πιο φυσιολογικό και πιο χρήσιμο.
Ανωριμότητα. Αντιεπαγγελματισμός. Ασυνέπεια. Τεμπελιά.
Πάω να κάνω έναν καφέ.


* * * * * * *

12.5.08

καταπληκτική!

Η Ντόρις Λέσινγκ, κάτοχος του Νόμπελ Λογοτεχνίας για το 2007

Λονδίνο
«Αναθεματισμένη καταστροφή» χαρακτήρισε η συγγραφέας Ντόρις Λέσινγκ το Νόμπελ. Η κάτοχος του Νόμπελ για το 2007 δήλωσε ότι είναι αδύνατο να γράψει καινούριο βιβλίο και είπε ότι πιθανότατα θα εγκαταλείψει εντελώς τη συγγραφή.

Η Ντ.Λέσινγκ δήλωσε σε ραδιοφωνική παραγωγή του Radio 4 ότι η προσοχή των μέσων ενημέρωσης μετά τη νίκη της κατέστησε αδύνατη την πιθανότητα συγγραφής ενός νέου βιβλίου.
«Το μόνο που κάνω είναι να δίνω συνεντεύξεις και να περνώ το χρόνο μου να φωτογραφίζομαι» δήλωσε η 88χρονη συγγραφέας.

Όσο για τη συγγραφή, δήλωσε ότι η ίδια έχει σταματήσει. «Δεν έχω άλλη ενέργεια» είπε. «Γι' αυτό το λόγο λέω σε όσους είναι νεότεροι από μένα να μην φαντάζονται ότι θα το έχουν για πάντα. Χρησιμοποιείστε το όσο το έχετε γιατί γλιστρά σαν νερό σε λούκι» δήλωσε.

(απο το Newsroom ΔΟΛ)


Πωπω, βλέπεις; πάνω που τα λέγαμε («ιδιοχείρως»)… Ευτυχώς, ευτυχώς που το βλογ μου εξυπηρετεί σκοπούς αυτογνωσίας και όχι δημοσιότητας, αλλιώς… Να τα κόμεντς, να τα λινκς, να τα βιβλία, να οι δημοσιότητες, ποτέ δεν ξέρεις πόσο κοντά στο Νόμπελ-και πόσο μακριά από τη συγγραφή μπορεί να πάει κανείς!
Ευτυχώς, ευτυχώς σου λέω, που έχω τις φίλες μου και με διαβάζουν, και τα συζητάμε κι από κοντά στον καφέ, και ψυχαναλύομαι γραπτώς και προφορικώς, και με μαθαίνω-άσε που ευχαριστιέμαι και κάτι θαυμάσιους καπουτσίνους παρέα με τα κορίτσια, και χαίρομαι την παρέα τους!

(οι φωτογραφίες είναι από εδώ κι από εδώ)




* * * * * * *

11.5.08

στο χέρι...


Απαπα, αν δεν είχαν ανακαλυφθεί τα κομπιούτερ, το γουόρντ, τα μπλόγκς, νομίζω (φοβάμαι) πως πότε δεν θα έδειχνα τις σκέψεις μου γραμμένες, σε κανέναν. Όσο απόλαυση είναι αυτό το "ιδιογράφως" όταν γράφω για μένα-από λίστες με ψώνια και (λίστες με) λοιπά, μέχρι τετράδια γεμισμένα με σημειώσεις από βιβλία και σκέψεις-, τόσο δύσκολο μου φάνηκε όταν υπήρξε η προοπτική να το δουν κι άλλοι.

Κατέληξα πως "δημοσιευμένα" στα βλογ, τα κείμενά μου αποκόπτονται από μένα, μου φαίνονται πια σα βιβλία, σα σκέψεις κάποιου που μου μοιάζει πολύ, κάποιου που χαίρομαι που υπάρχει και σκέφτεται σαν εμένα. Αισιοδοξώ (εθελοτυφλώ;) πως δεν είναι ναρκισισσμός αλλά βήματα προς την αυτογνωσία!


* * * * * * *

7.5.08

Τετάρτη, 7 Μαίου 2008

Σήμερα μου διηγήθηκε το πώς απέκτησε την κόρη του. Εννοώ, το πώς έγινε κι έγινε πατέρας. Δεν ήθελα παιδί, είπε. Όχι δηλαδή ότι δεν ήθελα σώνει και καλά, απλά εκείνοι οι καιροί, όταν παντρευτήκαμε με τη γυναίκα μου, ήταν δύσκολοι. Εξήντα χρόνια πριν. Όχι εξήντα, πολλά είπα. Πενήντα χρόνια πριν. Δικό μας σπίτι δεν είχαμε, στο ενοίκιο μέναμε, δουλεύαμε και οι δύο, με το ζόρι τα βγάζαμε πέρα. Κι έπειτα άρχισε η γυναίκα μου, να κάνουμε παιδί, και, πότε θα κάνουμε παιδί, κι εγώ της έλεγα δε γίνεται, είναι δύσκολα, δεν μπορούμε να έχουμε παιδί, δεν το βλέπεις; Τα λεφτά δεν φτάνουν, οι γονείς μας είναι μακριά, δεν μπορούν να βοηθήσουν. Δεν γίνεται. Και ήταν τότε ένας συνάδελφος, ο .... Συγχωρεμένος να είναι, ήταν ο λογιστής στην εταιρία που δούλευα- εγώ δεν ήμουν λογιστής, ήμουν βοηθός λογιστή. Μου είχε πει από την αρχή, ότι χρειαστείς, εγώ εδώ είμαι. Τέτοιον άνθρωπο δεν έχω ξαναδεί, δεν έχει ξαναγίνει τέτοιος άνθρωπος: έβαζε πρώτα τον άνθρωπο, μετά τη δουλειά. Δεν τον είδα ποτέ να δίνει άδικο σε υπάλληλο, να μαλώνει υπάλληλο για κάτι. Αυτουνού ο λόγος λοιπόν, ήταν που μου έμεινε αξέχαστος. Με έβλεπε που κάτι είχα, κάτι σκεφτόμουνα. Σαν τώρα τον θυμάμαι να μου το λέει. Δεν έχεις το δικαίωμα Θρασύβουλε, να στερήσεις απ’ αυτή τη γυναίκα την ευκαιρία να γίνει μάννα. Ακούς εκεί κουβέντα; Αυτά τα λόγια του, γράφτηκαν μέσα μου, αυτές τις λέξεις, ποτέ δεν τις ξέχασα. Έτσι έγινε και το σκέφτηκα, και αφεθήκαμε, κι ήρθε η Κόρη μου. Το κορίτσι μου. Και δε μετάνιωσα ποτέ γι’ αυτό.

Εντάξει, την είπαμε και σήμερα την ιστορία μας. Συγνώμη που σε κουράζω λίγο, αλλά αυτές οι ιστορίες πρέπει να λέγονται. Αυτές οι ιστορίες των ανθρώπων, είναι σαν βιβλία , μπορείς να γράψεις ένα μικρό βιβλίο με την ιστορία του καθενός. Σε χαιρετώ, καλά τα είπαμε σήμερα, στο επανειδείν.




* * * * * * *

5.5.08

με μια-δυό ταινίες, ξεχνιέμαι!

Τελικά το iron man δεν ήταν και πολύ χάλια... Μέχρι και καλό θα μπορούσα να το πω-αν δεν ήμουν τόσο προκατειλημμένη...
Ούτε υπερβολικά πολλή βία είχε, ούτε υπερβολικά πολλές σκηνές με κόμικς, και η υπόθεση ήταν απλή αρκετά ώστε να την καταλάβω... Oχι σαν εκείνους τους φρικτούς πειρατές της Καραιβικής, όπου δεν καταλάβαινα τι γινόταν, κι όλο έσκυβα και ρωτούσα την Χρυσούλα, τώρα ποιος είναι αυτός;... Σαν θεία που την κουβάλησαν να δει κάτι έξω από τα νερά της... Που θεία ήμουν-είμαι, δηλαδή, και δεν με κουβάλησαν ακριβώς, πήγα οικειοθελώς γιατί ήθελα πολύ να δω αυτό που ενθουσίαζε τις ανηψιές μου, το οποίο όμως τελικά αποδείχθηκε πως ήταν πολύ... έξω από τα νερά μου!

Ενώ για την Οντέτ στα άστρα, τι να πω; Και χαμογέλασα, και συγκινήθηκα, και έκλαψα, και χάρηκα... Και τελειώνοντας με άφησε με μια γλύκα, μια αισιοδοξία... Πως ναι, όλα γίνονται. Και στις ταινίες και στα βιβλία, και στη ζωή, και παντού. Χωρίς να χρειάζεται να ελπίζεις, ή να περιμένεις ή να σχεδιάζεις ή να ανυπομονείς. Φτάνει να ζεις μόνο, και ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να σε περιμένει πίσω από τη γωνία!

Απαπα, να είναι καλά αυτοί που φτιάχνουν τέτοιες ταινίες, που είναι σαν γλυφιτζούρια, σα μαξιλάρια, σα δωμάτια δροσερά το καλοκαίρι με τα πατζούρια κατεβασμένα...


* * * * * * *

3.5.08

της σιγουριάς τα υλικά

Αν ήμουν ο Προύστ, θα μπορούσα να μιλήσω για την ανάλαφρη ατμόσφαιρα των πρωινών του Σαββάτου την άνοιξη-λίγο πριν μπει το καλοκαίρι, όταν ξυπνάς νωρίς και δεν έχει αρχίσει ακόμη το βουητό του δρόμου, το μόνο που ακούγεται είναι ο αντίλαλος του σφυριού του σπιτιού που χτίζεται απέναντι. Για τον ήλιο που μπαίνει χορεύοντας μέσα από τις γρίλιες. Για το δέρμα που είναι ζεστό κι απαλό και μοσχοβολάει.
Μα δεν είμαι. Πάω για καφέ.

*Και μην ακούσω πως δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για τίποτα. Το ξέρω, αλλά δεν θέλω να το ξέρω.




* * * * * * *