28.9.14

όλα τα βιβλία


Η Κεντρική Δανειστική Βιβλιοθήκη του Δήμου Ιλίου! Εκτός από το δυσεύρετο της φωτογραφίας, εντόπισα το Πλατύ Ποτάμι του Γιάννη Μπεράτη, Τα Άπαντα του Μαρίου Χάκκα, τον Επικίνδυνο Οίκτο του Στεφαν Τσβάιχ, το Paradiso του Λίμα... Μετά σταμάτησα να καταγράφω στο μυαλό μου-εξάλλου οι βιβλιοθήκες δεν φεύγουν από τη θέση τους, φεύγουν;

Δανείστηκα, μαζί με το εικονιζόμενο το οποίο δεν έχω αρχίσει ακόμη, τις Μάσκες του Λεονάρδο Παδούρα. Προσπάθησα πολύ, έφτασα στη μέση, μ' έπιασε πονοκέφαλος από την προσπάθεια, πήρα τη μεγάλη απόφαση και το παράτησα.
Δεν φτάνει η ζωή μας για να τελειώσουμε ψυχαναγκαστικά ότι ξεκινήσαμε. Να ορίστε, ακόμα το σκέφτομαι, ακόμα αναρωτιέμαι αν έκανα σωστά. Αλλά όχι. Όχι. 

27.9.14

η καμένη βάτος


Δεν ξέρω τι να πω γι' αυτό το βιβλίο.

Στην αρχή, και μέχρι τη μέση ακόμα, ετοιμάστηκα αρκετές φορές να το εγκαταλείψω. Δεν μπορούσα να το κατατάξω σε καμιά κατηγορία: δεν έχει καμία από τις συνήθεις (ή έστω ασυνήθιστες) δομές, ούτε όμως είναι αυτό που λες λογοτεχνία.  Επιπλέον (κι αυτό στο τέλος το κατάλαβα) λόγω ακριβώς της κατάστασης που περιγράφει, δεν μπορείς να ξεχωρίσεις ποιος/ποιοι είναι οι πρωταγωνιστές και να τοποθετήσεις τα πρόσωπα στο χώρο ή στα γεγονότα.
Τα πρόσωπα μιλούν μεταξύ τους, μιλούν μόνα τους, δρουν, μετακινούνται, υποφέρουν, είναι ήρωες, είναι εγκληματίες, είναι άνθρωποι.
Ώσπου έρχεται η στιγμή που γίνεται κατανοητό ότι το βιβλίο είναι έτσι γραμμένο γιατί έτσι ήταν τα πράγματα, και γιατί αυτό ήθελε να περιγράψει ο Σπέρμπερ.
Δεν θέλει να σου πει μια ιστορία ενός, μερικών, πολλών ανθρώπων. Δεν είναι αυτό που θα χαρακτηριζόταν ιστορικό.

Αν έπρεπε να πάρω μια απόφαση; Είναι ένα ιστορικό βιβλίο. Μιλάει για όλα εκείνα που δεν γίνεται να γραφτούν σ΄ένα βιβλίο ιστορίας αλλά που συνέβησαν και σημάδεψαν τις ζωές χιλιάδων ανθρώπων.

Σαν να έχω φάει γροθιά στο στομάχι. Λέω μέσα μου δεν μπορεί, μετά θυμάμαι λόγια (μισόλογα) και καταστάσεις μέσα στο ίδιο το σπίτι που μεγάλωσα. Πάλι λέω δεν μπορεί, και μετά, λέω, όμως έτσι.
Δεν ξέρω αν είναι βιβλίο που συστήνεται αυτό. Όποιος θέλει ας βουτήξει.

25.9.14

ένας πύργος στην Ιταλία

Είδα αυτή την ταινία πέρσι στη Θεσσαλονίκη. Μπορεί κάποιος να πει απροβλημάτιστα (το άκουσα, γι' αυτό το λέω) χμ, οι πλούσιοι και τα προβλήματά τους.
Αλλά όμως-έτσι τουλάχιστον το είδα εγώ-, μερικά θέματα, όπως οι σχέσεις μεταξύ των μελών μια οικογένειας, η σχέση του ζευγαριού, οι προβληματισμοί των ανθρώπων με το πέρασμα της ηλικίας, η σχέση με τον θάνατο, είναι θέματα το ίδιο δύσκολα σε οποιοδήποτε κοινωνικό πλαίσιο κι αν τα δεις.
Βρήκα ότι η ταινία εκτός από όμορφη αισθητικά, έχει μια αξιόλογη, ώριμη ματιά πάνω στον άνθρωπο. Μου φάνηκε ότι αυτή η κοπέλα, η Βαλέρια, έχει περάσει ζωή στα πούπουλα σε σχέση με πολλούς από εμάς, κι όμως δεν αφέθηκε στα πούπουλα αλλά έκανε ένα βήμα παραπέρα.
Η ταινία μου άρεσε πολύ.

16.9.14

η άβυσσος


Άλλη μια ταινία που, ακόμα και χωρίς να το ξέρεις, αμέσως υποψιάζεσαι ότι πατάει γερά πάνω σε βιβλίο. Τόσο καλή που δεν μπορώ να φανταστώ πώς, το βιβλίο, θα μπορούσε να είναι καλύτερο από την ταινία.
Αισθητικά, σαν να μπαίνεις σε φλαμανδικό πίνακα, σαν να είσαι στην Μπρύζ.

(Άλλη μια φορά που προσπαθώντας να ελέγξω τον ενθουσιασμό μου και να ακουστώ προσγειωμένη, λογική και αντικειμενική, πιθανόν να βγαίνει το αντίθετο: κρυάδα. Δεν ξέρω. Πάντως είμαι ενθουσιασμένη, το αρχικό μου σχόλιο ήταν ένα λιτό "πωπωωω" και "έτσι θα έπρεπε να είναι όλες οι ταινίες", με ότι φαντάζεται κανείς ότι περιλαμβάνει αυτό το "έτσι".)

13.9.14

ώρες μουσείου

Ανάμεσα σε ντοκιμαντέρ και ταινία, μια ανθρώπινη ιστορία, ένα ολιγοήμερο στιγμιότυπο της ζωής δύο ανθρώπων που εκτυλίσσεται μέσα στο Kunsthistorisches Museum και σε διάφορα σημεία της Βιέννης-ιδωμένης ως πόλη κατοίκων και όχι ως τουριστικό αξιοθέατο.
Ένας εργαζόμενος στο Μουσείο που παρατηρεί τους θεατές που εναλλάσσονται συνεχώς μπροστά του.
Ένα μίνι σεμινάριο για τον Bruegel.
Αν κάτι σας λέει ο τίτλος για τον ρυθμό και την ατμόσφαιρα της ταινίας, ακριβώς αυτό είναι. Αργά, ήρεμα, παρατηρητικά, τρυφερά, ανθρώπινα.

η τσέπη του θεού

Από τις ταινίες που δεν σ' αφήνουν στιγμή να ξεχάσεις ότι βασίζονται σε βιβλίο.
Χαμηλοί τόνοι, αργοί χρόνοι και σουρεαλισμός: ακριβώς όπως η ζωή.

5.9.14

περίεργα πράγματα

Μου θύμισε το σημείο όπου το 24 κάνει σχεδόν επί τόπου μεταβολή, στο τέρμα του δρόμου, δίπλα στο Μακεδονικό, για να ξαναπεράσει μπροστά από τη Μονή Βλατάδων με κατεύθυνση τα κάστρα.
Στο Μακεδονικό έφαγα-και δεν ξέρω άλλο μέρος που να τα σερβίρει-για πρώτη φορά αμελέτητα.
Εκεί, επίσης, σ΄ένα τραπέζι ακριβώς δίπλα στο τείχος, έγινε σεισμός μια βραδιά την ώρα που τρώγαμε. (Δεν υπονοώ τίποτα ρομαντικό, στ΄αλήθεια σεισμός έγινε).

Συχνά, όταν ψάχνω να κάνω μια επιλογή από τις πιο ευτυχισμένες στιγμές της ζωής μου, τέτοιες που να λες ωραία πέρασα που έζησα, τέτοιες που λέγεται ότι περνούν σαν ταινία μπροστά από τα μάτια σου όταν πεθαίνεις, η πρώτη που έρχεται έχει να κάνει μ΄αυτή την περιοχή, με κείνες τις μέρες.
Είναι καλοκαίρι, νύχτα, η πόλη άδεια, κι εγώ συνεπιβάτης στη μηχανή με ανοιχτά τα χέρια να χαϊδεύω τον ζεστό αέρα σαν να πετάω. Και στο ψυγείο εκείνο το γλυκό με τα μπισκότα, κρέμα ζελέ, και ξανά μπισκότα κρέμα ζελέ. 

1.9.14

ευτυχώς, ευτυχώς

  

To μόνο, το μόνο, όμως, ωραίο πράγμα που θυμάμαι από το σχολείο είναι η επιστροφή στο σπίτι την πρώτη μέρα, με τη στοίβα των φρέσκων και μυρωδάτων βιβλίων στα χέρια. Των ανθολογίων, κυρίως. Τα οποία -φυσικά- έχω κρατήσει. Όλα. Αυτό, Μόνο.
Κατά τα άλλα το φθινόπωρο με μελαγχολεί τρομερά -ό,τι κασκόλ και πλεκτά και ζεστές καλτσούλες και καθαρό σπίτι με χαλιά, ό,τι και να σκεφτώ, την ώρα που νυχτώνει και αρχίζει να ψυχραίνει, ένα μαύρο χέρι γραπώνει την καρδιά μου. Λες και πρέπει να αφήσω πίσω μου το ζεστό φως και να βγω στο κρύο. Λες και πρέπει να φύγω για τα αγγλικά. 

~ ο πίνακας είναι της Becca Stadtlander