
Τόσο φωτεινά, τόσο ζωντανά, ταιριαστά-σαν ζευγάρι!
Κι ευτυχώς, το μπλε μου φαίνεται αρκετό για να κρατήσει μακριά το κακό μάτι...
* * * * * * *
Η αγάπη είναι δώρο.
Ούτε να την πάρεις μπορείς, ούτε να την δώσεις, με το ζόρι.
Μόνο να τη νιώσεις γίνεται.
Αν αφεθείς.
* * * * * * *
Ενώ για τον εαυτό μου-κοίτα χάιδεμα, κοίτα ευφημισμό, κοίτα εγωισμό-δεν το λέω ιατρικά: κρίσεις πανικού, το λέω παθαίνω πανικό.
Ζαλίζομαι από το φόβο, και η γη φεύγει κάτω από τα πόδια μου.
Μερικές άλλες φορές πάλι, νιώθω τόσο ήρεμη, σαν να μην μπορεί τίποτα να με πονέσει. Αυτό βέβαια δεν είναι και καλό, διότι πόση ευτυχία μπορεί να έχει μια παγοκολόνα, πόση ευτυχία και πόσο μέλλον ζωγραφισμένο μπροστά της?
Γενικά, η τραμπάλα που λέγαμε, είναι ακόμη μέσα μου. Τρελαίνει εμένα κυρίως, γιατί στην ηλικία μου, όλοι οι γύρω έχουν πια πάρει το δρόμο τους, και έχουν απηυδείσει επίσης, και δεν ασχολούνται με το δικό μου κουβάρι-έχουν τα δικά τους.
Μόνο οι συνάδελφοι τρώνε στη μάπα τα μούτρα μου καθημερινά, και ο αγαπημένος μου, που δεν ξέρω πόσο ακόμα θα αντέξει.
Εγώ πάντως αντέχω ακόμα.
Τέτοιαν ώρα οι ψυχές διψούν και πάνε
στης λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση•
μα βούρκος το νεράκι θα μαυρίσει,
αν στάξει γι' αυτές δάκρυ όθε αγαπάνε.
Κι αν πιούν θολό νερό ξαναθυμούνται,
διαβαίνοντας λιβάδια από ασφοδίλι,
πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται...
Αν δε μπορείς παρά να κλαις το δείλι,
τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν:
θέλουν – μα δε βολεί να λησμονήσουν.
Το 1984, κάποιο μήνα του Φθινοπώρου, στα (ηλεκτρονικά) Las Vegas, μετέφρασα στα αγγλικά (και στο πόδι) αυτό το ποίημα του Λορέντζου Μαβίλη, με προοπτική να γίνει heavy metal επιτυχία από ένα γκρουπ του σχολείου, από το οποίο μόλις είχαμε όλοι μας αποφοιτήσει.
(Τα λόγια που άκουσα από τον μπαμπά μου για το ποιόν μου, όταν άκουσε ότι πήγα εκεί (στα L.V.)-αν και ήταν η μόνη, πρώτη και τελευταία φορά στη ζωή μου, ούτε θα τα επαναλάβω εδώ, ούτε που θέλω να τα θυμάμαι, αν και μου είναι επίσης αδύνατον να τα ξεχάσω, ακόμη και σήμερα-είκοσι τόσα χρόνια μετά).
Ήταν οι τελευταίες κουβέντες που άκουσα στη δουλειά, ήταν και ο καιρός, είναι κάπως και εκ του φυσικού μου (η γκρίνια κι η λεμονο-ξινίλα…).
Τις φοράω με το παντελόνι της πιτζάμας μου που είναι κρεμ, με γαλάζια και μπλε αρκουδάκια, και διαβάζω τα πόστς του κόσμου.
Και έχει ησυχία, και μπότες, και φίλους γύρω που γράφουν και επικοινωνούν, και χαίρομαι, και δεν λέω πια καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε.
Είναι κάτι μέρες που τα χέρια μου, πονάνε πολύ. Δηλαδή ολόκληρη σχεδόν πονάω, κι όχι ακριβώς πονάω, περισσότερο θα το έλεγα «τρίζω» (!): οι παλάμες, οι ώμοι, η πλάτη, ο αυχένας, η μέση οι αστράγαλοι…
Τα χέρια όμως, είναι το πιο δύσκολο: από τους καρπούς και κάτω, σαν να έχουν μια ανησυχία, σαν να θέλουν κάποιο άλλο χέρι να τα κρατήσει, να τα μαλάξει, να τα τρίψει. Εκείνες τις μέρες τα τρίβω συνέχεια, τα πατάω, κάθομαι επάνω τους, στρίβω πέρα-δώθε τα δάκτυλα...
Ανακούφιση φέρνει το ζεστό νερό και η ακινησία-μα που αυτά, μ αυτό το ίντερνετ-του διαβόλου (αλλά και των αγγέλων) που έχω μπλέξει...
Μάλλον είναι κάποιο είδος αρθρίτιδας-εκεί έχω καταλήξει, καθώς ο τελευταίος γιατρός που επισκεύθηκα σχεδόν με έδιωξε, κι ούτε καν δεν πτοήθηκε όταν του είπα "δεν είστε καλός γιατρός, γιατί δεν βρίσκετε τι έχω-γιατί κάτι έχω, το νιώθω...", μόνο γέλασε : φύγε και πάνε να γίνεις ευτυχισμένη, ούτε τίποτα έχεις, ούτε φάρμακα χρειάζεσαι.
Λοιπόν τέτοιες μέρες σκέφτομαι και αγαλιάζω το βούτημα στη μεγάλη γούρνα του Λαγκαδά, την παλιά, τη μαρμάρινη, με τον μεγάλο θόλο, τον βαμμένο με γαλάζια λαδομπογιά.
Έχει τύχει, (ναι, τύχη!), μεσημέρια-μετά τη δουλειά, σχεδόν μόνη-ή με κάποια ήσυχη, χοντρή γιαγιά παρέα, να απλώνω τα χέρια πάνω στα ζεστά μάρμαρα και να πετάω, με το φως που μπαίνει χορεύοντας από το παραθυράκι στην κορυφή...
Όχι, δεν έχω πάει σε αντίστοιχο λουτρό της Πόλης. Ναι, έχω πάει σε σπά (σε υπόγειο) ξενοδοχείου-στριμωχτή πολυτέλεια που μυρίζει χλώριο.
Ααα, εκεί στο Λαγκαδά, εκείνη είναι η πραγματική πολυτέλεια-εκεί νιώθεις τουλάχιστον…χανούμισσα...
(Στην Αθήνα άραγε, έχει Λαγκαδά??)