Τα πρωινά του χειμώνα με την παγωνιά, όταν δεν έβριζε μέσα της θεούς και δαίμονες που ήταν αναγκασμένη να βγεί από το κρεβάτι και να ντυθεί τρέμοντας μπροστά στο αερόθερμο, έλεγε στον εαυτό της, άντε κοριτσάκι μου, πόσοι μήνες είναι; θα περάσουν. Και δώστου να μετράει καθημερινά, Νοέμβριος, Δεκέμβριος, Iανουάριος, Φεβρουάριος, Μάρτιος, ε, από τον Απρίλιο τα πράγματα είναι όμορφα πια...
Το καλοκαίρι, έπιανε τον εαυτό της να κάνει το ίδιο. Μόνο που τώρα ο καιρός ήταν λιγότερος. Έλα, κάνε υπομονή, πόσες είναι αυτές οι καυτές μέρες, βδομάδες, που θα νιώθεις τα πόδια σου να καίνε πρησμένα, που δε θα μπορείς να κάνεις τίποτα μέσα στο σπίτι παρά να σέρνεσαι μέχρι να δροσίσει λίγο το βράδυ και να ξαπλώσεις; Δυό, τρείς βδομάδες, δυό μήνες, θα περάσουν.
Και έτσι περνούσαν οι χειμώνες και τα καλοκαίρια.
Ενδιάμεσα είχε και άνοιξες-είχε και φθινόπωρα αλλά τα φθινόπωρα είναι μελαγχολικά, σχεδόν βλέπεις στο δρόμο τα φύλλα να πέφτουν και την Άννα-να-ένα μηλο και το Μίμη να παίρνουν τη σάκκα τους για να πάνε σχολείο...
Τις άνοιξες λοιπόν, του έδινε και καταλάβαινε: ξυπνούσε νωρίς για να χαρεί την ησυχία, φωτογράφιζε τον πρωινό ήλιο να μπαίνει από τις γρίλιες, χάιδευε τα έπιπλα, τα βιβλία, μιλούσε με τους τοίχους, χαμογελούσε στο παρελθόν, έγραφε.
2 σχόλια:
Αν δεν ήταν λίγη η άνοιξη θα βαριόμαστε! Ενώ τώρα, την περιμένουμε πώς και πώς! ;)
Hi, lemon!
How are you?
I get customers from your country, today!
I will report you about today's sightseeing.
Δημοσίευση σχολίου