28.1.11

η πρώτη φορά




Δεν φυτεύω ποτέ τίποτε. Όποτε είχα γλάστρες στο σπίτι, εγώ απλά τις θαύμαζα- άλλος ήταν που τις πότιζε, τους άλλαζε το χώμα, τις αγαπούσε.
Μια φορά η αδερφή μου-τα πράσινα χέρια της οικογένειας- ήρθε και μου ξεπάτωσε τις αγριεμένες ζαρντινιέρες, και φύτεψε λουλούδια. Μετά, σε άλλο σπίτι, σε άλλη ζωή, με προμήθεψε με γλάστρες, λίγες-λίγες, μία-μία, μέχρι που έκανα έναν κήπο-ο τρόπος του λέγειν: απόκτησα μερικά κατά κάποιο τρόπο ζωντανά, για τα οποία νιώθω (πια) ευθύνη. Δεν κοιμάμαι αν είναι απότιστα, φροντίζω την επιβίωσή τους όταν λείπω για μέρες, και συχνά κόβω τα ξερά φύλλα, συμπληρώνω το χώμα, τα καθαρίζω.
Αυτό που κάνω συχνότερα απ' όλα όμως, είναι αυτό που ξέρω να κάνω καλύτερα: τα κοιτάζω. Τα θαυμάζω, τα καμαρώνω, χαίρομαι για τα φυτάκια μου. Κατά έναν περίεργο τρόπο, καθημερινά τους ρίχνω και μια δεύτερη ματιά, για να σιγουρευτώ ότι εγώ είμαι αυτή που τα διατηρώ έτσι, ότι μπορώ. Λίγα, κουτσά-στραβά, είναι παντώς ολόδικά μου και (ακόμη) ζωντανά!

Κάποτε είχα μια γαζία σε μια γλάστρα: δεν πρέπει να υπάρχει άλλο φυτό με τόση ικανότητα για επιβίωση. Τράβηξε τα πάνδεινα: την άφηνα απότιστη για βδομάδες, μήνες, ώσπου ερχόταν και γινόταν ένας σωρός κλαδιά με ξερά φύλλα να ανεμίζουν. Μετά ξαφνικά τη λυπόμουν, την κλάδευα εντελώς, σχεδόν μέχρι το χώμα κι αυτή σε μερικές μέρες έβγαζε καινούργια κλαδιά και μικρά μικρά πράσινα φυλλαράκια. Την φρόντιζα λίγο καιρό, και μετά πάλι την ξεχνούσα. Κι αυτή ξεχνούσε να ζει, ξεραινόταν, γινόταν πάλι ένας σωρός ξερά κλαδιά, σχεδόν για πέταμα. Και πάλι από την αρχή, άλλη αναβίωση.
Τώρα, είναι τεράστια, φρέσκια κι ευτυχισμένη, στον κήπο (όχι πια σε γλάστρα) της αδελφής μου.

Μια φορά έχωσα στο χώμα της γαζίας (τότε που ήταν στη γλάστρα) ένα κουκούτσι δαμάσκηνου. Πράσινου δαμάσκηνου. Την άνοιξη βγήκε μια φυτρούλα, που έγινε κλαδάκι, φυτάκι, δεντράκι. Τώρα είναι ολόκληρο δέντρο, στον ίδιο κήπο με τη γαζία μου.
Τα φυτά μου δώθηκαν σε ανάδοχη οικογένεια, κι εγώ εξακολουθώ να αναφέρομαι σ' αυτά με το "μου"-πόσο περίεργο είναι αυτό, ε;

Oι ανωτέρω υάκινθοι λοιπόν (ούπς, πόσες φορές έγραψα σήμερα για τον εν θέματι και τους ανωτέρω;) φυτεύτηκαν πριν λίγο καιρό, κατόπιν τηλεφωνικών οδηγιών της αδελφούλας μου. Δεν νομίζω πως της πέρασε καθόλου από το μυαλό ότι μπορεί και να μην έβγαιναν (από το χώμα). Εγώ, από την άλλη, κοίταζα που και που το χώμα, κι αναρωτιόμουν αν ήταν τζούφιοι (οι βολβοί), αν ξεράθηκαν, αν φαγώθηκαν από κανένα πεινασμένο σκουλήκι, αν τα ποτίζω πολύ, αν δεν τα ποτίζω αρκετά, αν τα απορρόφησαν οι ρίζες του διπλανού φυτού κι εξαφανίστηκαν...
Λοιπόν, ιδού: ξανά, σήμερα, καμαρώνω!

2 σχόλια:

Teteel είπε...

Δεν είναι υπέροχο;
Κι εγώ κάθε φορά που ξεμυτίζει σιγά σιγά από το χώμα ένα καινούριο φυτούλι, νιώθω μια απέραντη χαρά, σαν να το βλέπω αυτό για πρώτη φορά.
Αυτή η δυνατότητα που κρύβεται μέσα του με συγκινεί.
Τα κοιτάς, τα έχεις έννοια, αυτά το νιώθουν, να 'σαι σίγουρη.
Με το καλό να καμαρώσεις σε λίγο τα λουλούδια.

Ιφιμέδεια είπε...

Δικαίως καμαρώνεις. Κι όταν ανθίσουν θα είναι υπέροχοι (μην ξεχάσεις να φωτογραφίσεις και για μας).