23.7.11

να βγεις από τη στάχτη της φωτιάς σου

Ήχοι κιθάρας. Περιβολάκι με τριαντάφυλλα. Φιστικιά κουβέρτα πάνω στο κρεβάτι. Γραμμές απαλό ροζ. Μαξιλάρια με φεστόνια. Λυγμοί. Καφές. Βυσσινάδα. Κρίση του Πάρη. Η μαγεμένη κάμαρα. Στοργή, βαθύτατη στοργή. Δάκρυα. Θάλασσα και βουνά πολύ απαλά.
(σελ 23)

Γράφω στα γόνατα, στη μικρή βεράντα, έχοντας μπροστά μου τον Παγασητικό, ανάγλυφα βουνά, τη θάλασσα γαλήνη κι ένα κάτασπρο καραβάκι που αρμενίζει πέρα, μικρότερο από το άσπρο γαρύφαλο πλάι μου. Από τότε που ήρθα στο Πήλιο, τριγυρίζω ανάμεσα στη θάλασσα και στα βουνά, ανοίγοντας ολοένα μπουκαπόρτες, πετώντας σαβούρα, ανασαίνοντας. Ελπίζω να γυρίσω ολότελα διαθέσιμος και καθαρισμένος.
Κολυμπώ μέσα στη δυστυχία και την αφήνω πίσω μου.
(σελ 20)

Προσπάθησε, κάθε μέρα να θυμάσαι και να πραγματοποιείς τι πιστεύεις. Κι αν χρειαστεί κάποτε στη ζωή σου, για το σκοπό της ζωής σου, να ξεχάσεις, να γυρίσεις πλευρό, ν' ανασάνεις, τότε δοκίμασε ν' αφεθείς ολότελα, να ζήσεις τυφλός για κάποιο διάστημα. Ίσως η γαλήνη που γυρεύεις να βρίσκεται ακριβώς στην ισορροπία μιας τέτοιας θέσης και μιας τέτοιας άρσης. Ζήσε ολόκληρος.
(σελ 22)

Χτές δεν μπόρεσα να συνεχίσω. Είναι στιγμές που τίποτε δεν μπορεί να βοηθήσει, σα να έχει ετοιμαστεί το καράβι για το τελευταίο ταξίδι και δε μένει άλλο παρά να σφυρίξει ο καπετάνιος. Το μόνο που βλέπει κανείς είναι μια επιφάνεια κάτασπρη, χωρίς όρια, όπου σβήνουν όλα τα σχήματα, όπου δεν επιζεί κανένας ήχος.
(σελ 61)

Ο Μαθιός Πασκάλης:
Όταν όλα σ' αφήνουν και σου φαίνονται ανάξια, γελοία, και παράτονα,
γύρισε τρεις φορές το κλειδί, μαζέψου και ξανάρχισε να διαβάζεις Πλάτωνα.
(σελ 105)

Ήταν γυμνή, κρατώντας το τιμόνι, με προσηλωμένα μάτια
μενεξεδιά σ' ένα σημείο από τ' ανεμολόγιο
που γύριζε.
Μάτια μενεξεδιά, νερό σε δυό παλάμες, μεγάλα ματόκλαδα,
μικρό το στήθος γυάλιζε στον ήλιο.
Να βγείς από τη στάχτη της φωτιάς σου, ο μόνος δρόμος.
(σελ 100)

* Γιώργος Σεφέρης, Μέρες Γ'

2 σχόλια:

fish eye είπε...

με μαγεψες!

lemon είπε...

Όχι εγώ, ο Σεφέρης!